http://news.kathimerini.gr
Του Ευαγγελου Kωφου*
Ας μην αυταπατώμεθα. Η ετυμηγορία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης είχε ήδη προδιαγραφεί εδώ και 16 χρόνια. Ηταν η μέρα (13.9.1995) που ο τότε υπ. Εξωτερικών, με εντολή του πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου, έβαζε την υπογραφή του σε ένα αδιέξοδο κείμενο, γνωστό πλέον ως «Ενδιάμεση Συμφωνία». Ενα κείμενο που απέφευγε να ρυθμίσει το «πρόβλημα του ονόματος», αλλά άνοιγε κερκόπορτες και πριόνιζε κυριαρχικά δικαιώματά μας. Ακόμα και αν τρίτες χώρες διατύπωναν επιφυλάξεις για εισδοχή των Σκοπίων σε διεθνή οργανισμό, η Ελλάδα, μόνη αυτή, δεν είχε επιλογή: όφειλε να συναινέσει στην ένταξη εφόσον η γειτονική της χώρα γινόταν δεκτή ως «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Στις αρχές της εβδομάδας, στη Χάγη, γίναμε μάρτυρες των αναπόφευκτων συνεπειών του 1995. Εξαιτίας τους οδηγηθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημά μας με την ΠΓΔΜ, ως νομικό θέμα, ενώ πρόκειται για εξόχως πολιτική διένεξη. Ως μη νομικός, δεν μπορώ να κρίνω την απόφαση. Εχω όμως μια απορία. H εγκαλούσα χώρα έκανε εκτενείς αναφορές σε ελληνικές δηλώσεις περί «βέτο» κ.λπ. Το ΔΔΧ βασίστηκε προφανώς σε αυτές για να θεωρήσει ότι η Ελλάδα παραβίασε το άρθρο 11,1 της «Ενδιάμεσης», έχοντας «εναντιωθεί» στην ένταξη της ΠΓΔΜ. Φαίνεται, όμως, ότι τελικά διέφυγε της προσοχής των αξιότιμων δικαστών ένα καίριο σημείο: ότι το ομόφωνο κοινό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι ανέφερε ρητά ότι η ΠΓΔΜ γίνεται μέλος του οργανισμού ευθύς ως επιλυθεί το θέμα της ονομασίας. Ενα κείμενο που προσυπογράφουν όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει ήδη προσυπογράψει την ένταξη της γείτονος στο ΝΑΤΟ! Αγνωστες, λοιπόν, οι βουλές της νομικής επιστήμης, ιδίως όταν εμπλέκονται με κατ’ εξοχήν πολιτικά θέματα...
Τώρα είναι η ώρα να δούμε, με ψυχραιμία, τα «μετά τη Χάγη». Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης, σε συνέντευξή μου σε δημοσιογράφο της τηλεόρασης του ΣΚΑΙ, διατύπωνα την άποψη/πρόταση ότι το «εμπόδιο» της «Ενδιάμεσης Συμφωνίας» θα μπορούσε να γίνει εφαλτήριο για την επίλυση του προβλήματος για το όνομα. Η πρότασή μου προϋποθέτει άμεση ανακοίνωση τερματισμού της «Ενδιάμεσης», που έχει ήδη ολοκληρώσει τον βίο της εδώ και οκτώ χρόνια. Η κίνηση αυτή δεν είναι εκδήλωση δυσφορίας για την απόφαση του ΔΔΧ. Απλά υπογραμμίζει την ανάγκη να μεταφερθούμε στο πλαίσιο εκείνο που καθόρισε το Σ.Α. του ΟΗΕ με τις αποφάσεις του 817/1993 και 845/1993, βάσει των οποίων είχαμε οδηγηθεί στην «Ενδιάμεση» του 1995.
Η κυβέρνηση Gruevski φαίνεται να προκρίνει συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την ονοματολογία ταυτόχρονα με έναρξη των ενταξιακών της διαδικασιών στην Ε.Ε. Δυστυχώς, στην περίπτωση της ΠΓΔΜ -ιδιαίτερα με τη σημερινή κυβέρνησή της- έχει χαθεί πλήρως η αξιοπιστία της για ειλικρινή διάθεση διαπραγμάτευσης για επίλυση της διαφοράς μας. Είναι πλέον εμφανές ότι η παρακώλυση επί μία 15ετία των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στόχευε όχι στην επίλυση του προβλήματός του, αλλά στην απόσπαση από τρίτες χώρες διμερών αναγνωρίσεων με το «συνταγματικό όνομα».
Η νέα διαπραγμάτευση έχει τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει θετικά για λύση. Υπό την πίεση της λήξης της «Ενδιάμεσης», σε ένα χρόνο από την ελληνική δήλωση για τερματισμό, οι δύο πλευρές, με την αρωγή του Διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, θα πρέπει να αρχίσουν εντατικές διαπραγματεύσεις. Ως την εκπνοή της «Ενδιάμεσης» και με συνέχιση της αναστολής των διαδικασιών για ένταξη σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε., τα δύο μέρη θα κληθούν από το Σ.Α. του ΟΗΕ να καταλήξουν σε μια αμοιβαίως αποδεκτή «Οριστική Συμφωνία». Σ’ αυτήν θα ρυθμίζονται το θέμα του ονόματος όσο και άλλες συναφείς εκκρεμότητες. Αν οι δύο πλευρές καταλήξουν σε συμφωνία, ο δρόμος για την ΠΓΔΜ θα είναι ανοιχτός όχι μόνο για το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αλλά και για την οικοδόμηση αμφίπλευρα αποδοτικών σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας.
Οι συνθήκες στην περιοχή και διεθνώς έχουν αλλάξει. Το πλαίσιο της «Οριστικής» θα πρέπει να επικαιροποιήσει διατάξεις του 1993 και να λάβει σοβαρά υπόψη όχι μόνο κλασικά ζητήματα περί «αλυτρωτισμού», εδαφικής κυριαρχίας κ.λπ., αλλά και κατ’ εξοχήν ζητήματα ταυτοτήτων, που κατά κύριο λόγο αφορούν τους λαούς. Για τους Ελληνες, ιδιαίτερα τους Μακεδόνες μας, σημασία έχει να ρυθμισθούν οι διεθνείς επιπτώσεις από την επιχειρούμενη «μονοπωλιακή» επιβολή του μακεδονικού ονόματος, το οποίο φέρει ως συνταγματικό του ένα ανεξάρτητο κράτος.
* Ο κ. Ευάγγελος Κωφός υπήρξε εμπειρογνώμων πρεσβευτής βαλκανιολόγος στο υπουργείο Εξωτερικών ώς την αφυπηρέτησή του, τον Ιούνιο του 1995.
Του Ευαγγελου Kωφου*
Ας μην αυταπατώμεθα. Η ετυμηγορία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης είχε ήδη προδιαγραφεί εδώ και 16 χρόνια. Ηταν η μέρα (13.9.1995) που ο τότε υπ. Εξωτερικών, με εντολή του πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου, έβαζε την υπογραφή του σε ένα αδιέξοδο κείμενο, γνωστό πλέον ως «Ενδιάμεση Συμφωνία». Ενα κείμενο που απέφευγε να ρυθμίσει το «πρόβλημα του ονόματος», αλλά άνοιγε κερκόπορτες και πριόνιζε κυριαρχικά δικαιώματά μας. Ακόμα και αν τρίτες χώρες διατύπωναν επιφυλάξεις για εισδοχή των Σκοπίων σε διεθνή οργανισμό, η Ελλάδα, μόνη αυτή, δεν είχε επιλογή: όφειλε να συναινέσει στην ένταξη εφόσον η γειτονική της χώρα γινόταν δεκτή ως «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Στις αρχές της εβδομάδας, στη Χάγη, γίναμε μάρτυρες των αναπόφευκτων συνεπειών του 1995. Εξαιτίας τους οδηγηθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημά μας με την ΠΓΔΜ, ως νομικό θέμα, ενώ πρόκειται για εξόχως πολιτική διένεξη. Ως μη νομικός, δεν μπορώ να κρίνω την απόφαση. Εχω όμως μια απορία. H εγκαλούσα χώρα έκανε εκτενείς αναφορές σε ελληνικές δηλώσεις περί «βέτο» κ.λπ. Το ΔΔΧ βασίστηκε προφανώς σε αυτές για να θεωρήσει ότι η Ελλάδα παραβίασε το άρθρο 11,1 της «Ενδιάμεσης», έχοντας «εναντιωθεί» στην ένταξη της ΠΓΔΜ. Φαίνεται, όμως, ότι τελικά διέφυγε της προσοχής των αξιότιμων δικαστών ένα καίριο σημείο: ότι το ομόφωνο κοινό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι ανέφερε ρητά ότι η ΠΓΔΜ γίνεται μέλος του οργανισμού ευθύς ως επιλυθεί το θέμα της ονομασίας. Ενα κείμενο που προσυπογράφουν όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει ήδη προσυπογράψει την ένταξη της γείτονος στο ΝΑΤΟ! Αγνωστες, λοιπόν, οι βουλές της νομικής επιστήμης, ιδίως όταν εμπλέκονται με κατ’ εξοχήν πολιτικά θέματα...
Τώρα είναι η ώρα να δούμε, με ψυχραιμία, τα «μετά τη Χάγη». Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης, σε συνέντευξή μου σε δημοσιογράφο της τηλεόρασης του ΣΚΑΙ, διατύπωνα την άποψη/πρόταση ότι το «εμπόδιο» της «Ενδιάμεσης Συμφωνίας» θα μπορούσε να γίνει εφαλτήριο για την επίλυση του προβλήματος για το όνομα. Η πρότασή μου προϋποθέτει άμεση ανακοίνωση τερματισμού της «Ενδιάμεσης», που έχει ήδη ολοκληρώσει τον βίο της εδώ και οκτώ χρόνια. Η κίνηση αυτή δεν είναι εκδήλωση δυσφορίας για την απόφαση του ΔΔΧ. Απλά υπογραμμίζει την ανάγκη να μεταφερθούμε στο πλαίσιο εκείνο που καθόρισε το Σ.Α. του ΟΗΕ με τις αποφάσεις του 817/1993 και 845/1993, βάσει των οποίων είχαμε οδηγηθεί στην «Ενδιάμεση» του 1995.
Η κυβέρνηση Gruevski φαίνεται να προκρίνει συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την ονοματολογία ταυτόχρονα με έναρξη των ενταξιακών της διαδικασιών στην Ε.Ε. Δυστυχώς, στην περίπτωση της ΠΓΔΜ -ιδιαίτερα με τη σημερινή κυβέρνησή της- έχει χαθεί πλήρως η αξιοπιστία της για ειλικρινή διάθεση διαπραγμάτευσης για επίλυση της διαφοράς μας. Είναι πλέον εμφανές ότι η παρακώλυση επί μία 15ετία των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στόχευε όχι στην επίλυση του προβλήματός του, αλλά στην απόσπαση από τρίτες χώρες διμερών αναγνωρίσεων με το «συνταγματικό όνομα».
Η νέα διαπραγμάτευση έχει τις προϋποθέσεις να λειτουργήσει θετικά για λύση. Υπό την πίεση της λήξης της «Ενδιάμεσης», σε ένα χρόνο από την ελληνική δήλωση για τερματισμό, οι δύο πλευρές, με την αρωγή του Διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, θα πρέπει να αρχίσουν εντατικές διαπραγματεύσεις. Ως την εκπνοή της «Ενδιάμεσης» και με συνέχιση της αναστολής των διαδικασιών για ένταξη σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε., τα δύο μέρη θα κληθούν από το Σ.Α. του ΟΗΕ να καταλήξουν σε μια αμοιβαίως αποδεκτή «Οριστική Συμφωνία». Σ’ αυτήν θα ρυθμίζονται το θέμα του ονόματος όσο και άλλες συναφείς εκκρεμότητες. Αν οι δύο πλευρές καταλήξουν σε συμφωνία, ο δρόμος για την ΠΓΔΜ θα είναι ανοιχτός όχι μόνο για το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αλλά και για την οικοδόμηση αμφίπλευρα αποδοτικών σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας.
Οι συνθήκες στην περιοχή και διεθνώς έχουν αλλάξει. Το πλαίσιο της «Οριστικής» θα πρέπει να επικαιροποιήσει διατάξεις του 1993 και να λάβει σοβαρά υπόψη όχι μόνο κλασικά ζητήματα περί «αλυτρωτισμού», εδαφικής κυριαρχίας κ.λπ., αλλά και κατ’ εξοχήν ζητήματα ταυτοτήτων, που κατά κύριο λόγο αφορούν τους λαούς. Για τους Ελληνες, ιδιαίτερα τους Μακεδόνες μας, σημασία έχει να ρυθμισθούν οι διεθνείς επιπτώσεις από την επιχειρούμενη «μονοπωλιακή» επιβολή του μακεδονικού ονόματος, το οποίο φέρει ως συνταγματικό του ένα ανεξάρτητο κράτος.
* Ο κ. Ευάγγελος Κωφός υπήρξε εμπειρογνώμων πρεσβευτής βαλκανιολόγος στο υπουργείο Εξωτερικών ώς την αφυπηρέτησή του, τον Ιούνιο του 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου