Κυριακή 27 Απριλίου 2014

''Φασισμός ΑΕ'' και ''Οικονομισμός ΑΕ'', ή στοιχεία μακρο/οικονομίας και μικρο/οικονομίας του εκφασισμού


Μια Ταινία για το Φασισμό
  Με αφορμή την ταινία-ντοκυμαντέρ ''Φασισμός Α.Ε'' (η ταινία εδώ) και κριτικές που του ασκήθηκαν για ''οικονομισμό'' (χαρακτηριστικό το ''Οικονομισμός Α.Ε'' του Α.Γαβριηλίδη), ανακαλύψαμε πως η αντιπαράθεση για την ερμηνεία του φασισμού εντός του ευρύτερου αντικαπιταλιστικού στρατοπέδου δεν έχει ξεπεράσει ορισμένες άγονες αντιπαραθέσεις και διχοτομίες. 
Η οικονομική και η ψυχολογική ερμηνεία εξακολουθούν να συγκρούονται. Συχνά οι δύο πλευρές ''λυγίζουν τη βέργα από την άλλη'', για να αποδείξουν είτε πως ο φασισμός είναι πολιτικοιδεολογική απόρροια του καπιταλισμού (κυρίως συγκεκριμένων μερίδων του) σε έκτακτες συνθήκες, και τον προωθεί η αστική προπαγάνδα (έμμεσα ή άμεσα) με σκοπό μια πιο επιθετική συσσώρευση του κεφαλαίου, είτε πως ο φασισμός είναι απόρροια της μαζικής ψυχολογίας της κοινωνίας σε περιόδους κρίσης και η ουσία του δεν βρίσκεται στην μακροοικονομική και μακροπολιτική κεφαλαιοκρατική διάσταση, φυτρώνοντας σε κάθε γειτονιά, στο μυαλό, τη καρδιά, στις καθημερινές (καμιά φορά ανυποψίαστες) πρακτικές των ανθρώπων. Καθοριστικό (και όχι μοναδικό) εννοιολογικό ζεύγος για τη πρώτη θέση (θα την ονομάσουμε θέση Φ) είναι το ζεύγος κεφαλαιοκρατική συσσώρευση-ιδεολογία, ενώ καθοριστικό (και πάλι, όχι μοναδικό) ζεύγος για τη δεύτερη θέση (θα την ονομάσουμε, θέση φ) είναι το ζεύγος βιοπολιτική-επιθυμία.

   Έτσι, η σχέση Φ/φ δίνει το μέτρο και την κίνηση του εκφασισμού του κοινωνικού συστήματος (κάτι σαν βαθμός συνολικοποίησης και στερεοποίησης του εκφασισμού). 


  Θα πρωτοτυπήσουμε, λεγοντας πως και οι δύο απόψεις αποτελούν στιγμιότυπα της κίνησης της πραγματικότητας; Το ζήτημα δεν είναι αυτό. Το ζήτημα είναι να προσδιορίσουμε τη σχέση των δύο αυτών επιπέδων, που είναι διαφορετικά επίπεδα ανάλυσης. Η μαρξιστική οπτική είναι μακροοικονομική-μακροπολιτική ανάλυση του φασιστικού φαινομένου, ενώ η επιθυμητική-σχιζοαναλυτική οπτική είναι ανάλυση σε μοριακό επίπεδο. Εισηγητές της Φ είναι οι μαρξιστές που χρειάστηκε να ερμηνεύσουν την ανάδυση του φασισμού-ναζισμού στον 20ο αιώνα για τις ανάγκες της πρακτικής πάλης (ο Τρότσκυ, ο Ντιμιτρώφ κ.α). Εισηγητές της φείναι οι Deleuze-Guattari στο δίτομο έργο τους Καπιταλισμός και Σχιζοφρένεια (ιδίως στα Χίλια Επίπεδα), που πιάνουν το νήμα από το περίφημο ερώτημα του W.Reich, Γιατί οι μάζες επιθύμησαν το φασισμό;  που έθεσε στο βιβλίο του Η Μαζική Ψυχολογία του Φασισμού (εκδόθηκε το 1933, όταν οι ναζί πήραν την εξουσία). 

  Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως, από τη στιγμή που χαρακτηρίσαμε άγονη την μανιχαιστική επιλογή ανάμεσα στη μία ή την άλλη ανάλυση, μπορούμε να αρκεστούμε στη συμπληρωματικότητά τους. Ωστόσο, θα πρέπει να κάνουμε μια άλλου τύπου ερώτηση, ορμώμενοι, περιέργως, από το ερώτημα του Reich. Γιατί οι συντελεστές του Φασισμός Α.Ε επιθύμησαν να γυρίσουν μια ταινία που φωτίζουν σχεδόν αποκλειστικά την οικονομική διάσταση, και γιατί ο Ά.Γ και άλλοι που στάθηκαν κριτικά επιθύμησαν να οξύνουν μια αντιπαράθεση με τον ''οικονομίστικο λόγο'', προβάλλοντας την ψυχολογίστικη ή ψυχαναλυτική εξήγηση ως αντίβαρο;

  Μια κινηματογραφική ταινία με ρητά πολιτικό περιεχόμενο αποτελεί παρέμβαση στη συγκυρία. Ο τύπος τηςαποκαλυπτικής αντισυστημικής πολιτικής ταινίας επιχειρεί να φέρει στο φως αθέατες όψεις της καπιταλιστικής πραγματικότητας, τις οποίες φροντίζουν να κρύβουν επιμελώς οι ταξικές μηχανές της ''κοινής αντίληψης'' και του ''κοινού νου'' (ΜΜΕ, σχολείο, οικογένεια κ.α). Κόντρα στην καπιταλιστική φαινομενολογία των κατευθυνόμενων εικόνων και (ανα)παραστάσεων, κόντρα στον καπιταλιστικό κώδικα σημαινόμενων και σημαινόντων και τους πόλους ηγεμονικής ερμηνείας (που λειτουργούν γύρω από το τραυματικό κέντρο της ταξικής καταπίεσης) των γεγονότων (δημοσιογράφοι, δημοσιολόγοι, καθηγητές και δάσκαλοι, οργανικοί διανοούμενοι της αστικής τάξης, αγοραίοι επιστήμονες κ.α), η αποκαλυπτική πολιτική ταινία θέλει να δείξει αυτό που το σύστημα δεν λέει και αυτό που το σύστημα δεν δείχνει. Για το λόγο αυτό, μια τέτοιου είδους πολιτική παρέμβαση  θα τείνει να είναι μονομερής, αφού δεν έχει αξιώσεις μιας σφαιρικής πολιτικοφιλοσοφικής κάλυψης. Έχει σκοπό την αρχειοθέτηση (το ''μάζεμα'') στη κινηματική μνήμη πληροφοριών σημαντικών για τη γνώση του αντιπάλου, το ''ταρακούνημα'' του θεατή με όσα δεν άκουγε ποτέ στα κανάλια και τώρα του αποκαλύπτονται, την ανάδειξη στο προσκήνιο της Οθόνης συγκεκριμένων κοινωνικών σχέσεων που ''φυσικοποιούνται'' από το καθεστώς και την απόδειξη αληθειών για τις σχέσεις αυτές.

  Γνώμη μου είναι πως, στη συγκεκριμένη πολιτικοοικονομική συγκυρία, είναι καθοριστικής σημασίας η κατάδειξη της σχέσης του (νέου ή παλιού) φασισμού με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν αρκεί. Αλλά η σχέση αυτή του φασισμού με τους εργοδότες δεν είναι προφανής για τη ''κοινή λογική'', για αυτό θα πρέπει να αποδειχθεί. Αλλά ακόμα και αν οι θεατές μιας τέτοιας ταινίας είναι κατά πλειοψηφία ''αριστεροί'', και πάλι η αλήθεια της βαθιάς σχέσης του φασισμού, ιστορικά, πολιτικά και ιδεολογικά, με συγκεκριμένες μερίδες του κεφαλαίου, οφείλει να ξαναποδειχτεί, στη βάση επικαιροποιημένων στοιχείων, που αποτελούν χρήσιμο εργαλείο πολιτικής παρέμβασης. Οφείλει να ξανααποδειχτεί, συν τοις άλλοις, γιατί κάποιοι θέλουν να μας πείσουν ότι με μια ''κυβέρνηση της Αριστεράς εθνικής σωτηρίας'' θα αντιμετωπιστεί η εκμετάλλευση, η φτώχεια και ο εκφασισμός της καπιταλιστικής κοινωνίας. Έτσι σκέφτεται, ασφαλώς, κάποιος που θεωρεί την αριστερή σοσιαλδημοκρατία φάρμακο για τον εκφασισμό, αποσυνδέοντας τη σχέση του φασισμού με την οικονομία του καπιταλισμού και υποβαθμίζοντας τα ιστορικά τεκμήρια. 

  Αλλά θα αφήσω κατά μέρος την ταινία και όλη την κουβέντα που αναπτύχθηκε γύρω από αυτή, έχοντας πάρει θέση υπέρ (δηλαδή, όσο λιγότερο ''ουδέτερη'' θέση γίνεται), για να περάσω στην άλλη πλευρά, στο γιατί οι μάζες επιθύμησαν το φασισμό;

  Το ερώτημα αυτό παραμένει ανοιχτό, ειδικά αν μπαίνει σε χρόνο ενεστώτα: γιατί οι μάζες επιθυμούν το φασισμό, σήμερα. Η προώθηση του εκφασισμού της κοινωνίας και συγκεκριμένων φασιστικών-ναζιστικών μορφωμάτων από τις αστικές κυβερνήσεις και την Ε.Ε (και όχι μόνο), συμβαίνει πράγματι εξυπηρετώντας ορισμένα οικονομικά συμφέροντα, και συμβαίνει πράγματι μέσω της ιδεολογικής προπαγάνδας, κυρίως μέσα από τα ΜΜΕ. Ωστόσο, η προώθηση ''από τα πάνω'' του εκφασισμού της κοινωνίας, δεν απαντά στο γιατί υπάρχει η δεκτικότητα των ''από κάτω '' να εκφασιστούν. Πολύ περισσότερο, όταν όλοι μας διαπιστώνουμε πως στην ελλάδα, πολλοί από όσους στηρίζουν την Χ.Α δεν είναι πως έχουν, προς το παρόν τουλάχιστον, κάποιασυγκροτημένη ιδεολογική συμφωνία ώστε να στρατευτούν πίσω από το ναζιστικό κρετινισμό, περισσότερο μοιάζουν να γουστάρουν το φασισταριό και το ''στυλ'' του, αδιαφορώντας για την εσωτερική συνοχή των πολιτικοιδεολογικών του θέσεων, για τα πεπραγμένα των μελών του, για το τί πραγματικά προτείνει. Η ''αισθητικοποίηση της πολιτικής'', όπως έχει αποκληθεί, σημαίνει, μεταξύ άλλων, την αναγωγή των πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων, από προβλήματα που επιλύονται με συνειδητό σχεδιασμό,  σε προβλήματα αισθητικής πρόσληψης, ύφους, στυλ, γούστου, φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών των σωμάτων και των προσώπων. Στην Ελλάδα μετά τη Χούντα προχώρησε αυτή η διαδικασία αισθητικοποίησης της πολιτικής με γοργότατους ρυθμούς, όπως συνέβη και σε όλη την Ευρώπη μετά το 1970. Τα χανανητά για τις γκόμενες του Αντρέα, τα ''παραπολιτικά'' ή ''μικροπολιτικά'' της ειδησεογραφίας, η αναγορεύση της γκλαμουριάς και της εξωτερικής πρόσοψης στο καλύτερο εφόδιο προσωπικής ανέλιξης στα δημόσια πράγματα, τηλεδικαστήρια και ευτελισμός σημαντικών κοινωνικών ζητημάτων με τη διακωμώδησή τους, αποτελούν μερικές από τις όψεις του μηχανισμού, που παράγει τους πολιτικά α-διάφορους. 

  Η επιθυμία για φασισμό, ο εκφασισμός ως διαδικασία, δεν μπορεί να ερμηνευτεί αποκλειστικά με όρους συνείδησης, άρα και ιδεολογίας. Ούτε μπορεί να ερμηνευτεί αποκλειστικά με όρους κινήσεων των ''από πάνω'', αφού μια τέτοια οπτική της ιστορίας είναι οπτική που δεν λαμβάνει υπόψη την ''κίνηση των μαζών''. Οι μάζες δεν διαβάζουν μαρξισμό


  Συνάψεις οικονομίας-επιθυμίας 


 Ο μαρξισμός πολύ σωστά προσδιορίζει ως βασική αρχή όξυνσης  του εκφασισμού μια συγκυρία Κρίσης(κατά κύριο λόγο κεφαλαιοκρατικής-οικονομικής). Μιλάμε για όξυνση  του εκφασισμού ώστε να μην παραγνωριστεί η προύπαρξη ιστορικών, πολιτικών και ιδεολογικών όρων, αλλά και μικροδιεργασιών εκφασισμού, όπως συνέβαινε τόσο χρόνια στην ελληνική κοινωνία (με τη διάχυση ενός ορισμένου life-style (βλ. παραπάνω περί αισθητικοποίησης της πολιτικής, , με τα ακροδεξιά στοιχεία που ποτέ δεν απομακρύνθηκαν, με το σεξισμό και τη ξενοφοβία, με την ενορχηστρωμένη προπαγάνδα ταύτισης φασισμού-κομμουνισμού).    Γνωρίζουμε σε γενικές γραμμές τα οικονομικά αποτελέσματα μιας καπιταλιστικής κρίσης. Ποιά είναι τα αποτελέσματα όμως της οικονομικής κρίσης για την ψυχική ''οικονομία''; Πώς ενώνεται το οικονομικό σύστημα με τη ψυχολογία των μαζών, πως μια τέτοια κρίση μεταδίδεται από τα πάνω προς τα κάτω και το αντίστροφο; Θα ξεκινήσουμε με τρεις τέτοιες ''τομές'', οι οποίες δείχνουν τα όρια κάθε απόλυτης διαχωριστικής γραμμής που τίθεται ανάμεσα στην κοινωνικοοικονομική και την κοινωνικοψυχολογική διάσταση του εκφασισμού:

1. H άμεση Παραγωγή:

  Βασικό σημείο τομής του κεφαλαιοκρατικού συστήματος με τη μαζική ψυχολογία είναι η στιγμή μετατροπής τηςανθρώπινης ζωής σε εργασιακή δύναμη, η πειθάρχησή της στον εργοδότη και στη συσσώρευση του κεφαλαίου. Πολύ απλά, πουλάμε χρόνο από τη ζωή μας, πουλάμε τον έλεγχο του σώματός μας και τη πλοήγηση των σκέψεών μας για να ζήσουμε απλώς ή για να ζήσουμε καλύτερα. Σε περιόδους κρίσης, η ένταση της εργοδοτικής τρομοκρατίας, η απειλή των απολύσεων και η γενικευμένη ανασφάλεια, κλονίζουν συθέμελα τη ψυχική ισορροπία του εργασιακού υποκειμένου. Αν αυτό δεν έχει απολυθεί ήδη, αφού η κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας ως καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων είναι αποτέλεσμα κάθε καπιταλιστικής κρίσης. Η όλο και πιο σκληρά εργαζόμενη, ο ελαστικά ημιαπασχολούμενος και η άνεργη, νιώθουν, σε περίοδο όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης και όταν δεν υπάρχει επαναστατικό αντιπρόταγμα, όλο και περισσότερο πως βρίσκονται ριγμένοι σε έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων, που ο ένας προσπαθεί να φάει λίγη από τη σάρκα του άλλου. 

2: Η κυκλοφορία

  Άλλο σημείο τομής της οικονομίας με την ατομική και διατομική ψυχολογία είναι η σφαίρα της κυκλοφορίας. Εδώ οι άνθρωποι έρχονται στις καθημερινές τους δοσοληψίες, οι οποίες απαιτούν skills κοινωνικότητας, ψυχική ηρεμία και υπομονή, καθαρό μυαλό. Αυτό ισχύει και για τα επαγγέλματα γενικά των ''υπηρεσιών'', είτε τα εντάξουμε στη σφαίρα της παραγωγής είτε στη σφαίρα της κυκλοφορίας. Είτε πρόκειται για κυκλοφορία εμπορευμάτων είτε πρόκειται για κυκλοφορία μηνυμάτων, εδώ γίνεται κάτι παραπάνω από ορατή η γενικευμένη κρίση του κοινωνικού/επικοινωνιακού δεσμού, που φέρνει η καπιταλιστική κρίση και η ένταση της ταξικής εκμετάλλευσης.

3: Η κατανάλωση

  H κατανάλωση είναι η  σφαίρα της μέγιστης ανάμειξης οικονομικής/ταξικής μακροοικονομίας και επιθυμητικής μικροοικονομίας-Όταν πέφτει ο μισθός, πέφτει και η αγοραστική δύναμη των παραγωγών. Αυτό σημαίνει ότι πέφτει η ικανότητά τους να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους, πέρα από τις βιοτικές τους ανάγκες. Η οικονομική κρίση σημαίνει μια απότομη, αφόρητη αποστέρηση πολλών μικρών καταναλωτικών αντικειμένων, που συνθέτουν την αλυσίδα παραγωγής της επιθυμίας των ανθρώπωνΔεδομένου ότι ο καπιταλισμός εμπορευματο-χρηματικοποιεί κάθετί σχεδόν που μπορεί να θεωρηθεί αγαθό, αιχμαλωτίζει στον κύκλο κυριαρχίας του οριακά κάθετι επιθυμητό, εξαρτά την ατομική και διατομική ευχαρίστηση από τη συσσώρευση του κεφαλαίου. Το Χρήμα ενσαρκώνει, πέρα από την αφηρημένη ανθρώπινη εργασία, και την αφηρημένη ανθρώπινη κατανάλωση, αφού αντιπροσωπεύει την ικανότητα υπερπλήρωσης των ατομικών επιθυμητικών ''ελλείψεων'' που παράγονται και κυκλοφορούν στο κοινωνικό κύκλωμα. Εξαγοράζοντας σχεδόν όλα τα αντικείμενα της επιθυμίας (η αξία των οποίων μετριέται με μέτρο το χρήμα), το Χρήμα τείνει να ταυτιστεί με το κατεξοχήν αντικείμενο της επιθυμίας, το Φετίχ της. Όταν πέφτει η αγοραστική μου δύναμη, πέφτει η καπιταλιστικά διαμορφωμένη επιθυμητική μου δύναμη, η ικανότητά μου να συνάπτω μικροδεσμούς με καταναλωτικά αγαθά, ανατρέπεται ο παγιωμένος τρόπος κατανάλωσής μου, άρα και ο τρόπος υποκειμενοποίησής μου. Η υποκειμενοποίηση στη σφαίρα της κατανάλωσης βρίσκει την πλέον αρχέγονη και ''ελεύθερη'' στιγμή της:εγώ επιλέγω τί καταναλώνω, μέσα στο πλαίσιο των οικονομικών μου δυνατοτήτων. Αν πρεπει, τον καιρό της κρίσης, να αλλάξω καταναλωτικές επιθυμίες, να αποεπενδύσω λίμπιντο από κάποια αντικείμενα και να την επαναεπενδύσω (με σύνεση) αλλού, σημαίνει ότι πρέπει να αλλάξω τον εαυτό μου, το υποκείμενο το οποίο είμαι στον ελεύθερο χρόνο μου, όταν ικανοποιώ τις επιθυμίες μου βιώνοντας τις μοναδικές μικρές απολαύσεις μου.

 Δεν είναι ανάγκη λοιπόν να διαπιστωθεί με ερωτηματολόγια η σχέση της οικονομικής κρίσης με τη πτώση της σεξουαλικής δραστηριότητας, για να διαπιστώσουμε τα σημεία τομής καπιταλιστικής/ταξικής μακροοικονομίας και επιθυμητικής (δι)ατομικής μικροοικονομίας. 


 Κρίση και Σχιζοανάλυση

   
  Η κρίση των μοντέλων υποκειμενοποίησης που είχαν επί δεκαετίες εγκαθιδρυθεί (αξιακών, καταναλωτικών, νοητικών, ευρύτερα βιοτικών), ως απόρροια της καπιταλιστικής κρίσης, η διάψευση των προσδοκιών ως αναντιστοιχία του πλασματικού με το πραγματικό (ακριβώς αυτή η αναντιστοιχία είναι η Κρίση, που λανθάνει σαν βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια κάθε κοινωνίας), η αποδόμηση της συμβολικής-θεσμικής τάξης και ορισμένων βασικών κωδικοποιήσεών της και κανονικοποιήσεων (για το τί είναι αλήθεια/ψέμα, καλό/κακό, νόμιμο/παράνομο, ωραίο/άσχημο), ανοίγει αυτό που οι Deleuze-Guattari ονομάζουν γραμμές φυγής: ριψοκίνδυνοι δρόμοι προς το άγνωστο, άνοιγμα στο πεδίο του συσχετισμού δυνάμεων, δίχως αξιακούς φραγμούς, αποκωδίκωση και απεδαφικοποίηση από τη ρουτίνα και το σπίτι-δουλειά-δουλειά-σπίτι. Τέτοιες απεδαφικοποιήσεις και επανεδαφικοποιήσεις ήταν οι συγκεντρώσεις στις πλατείες, η συρροή στη Χαλυβουργία και την ΕΡΤ και το ξημεροβράδιασμα εκεί κ.α, η καθεμιά από τις οποίες προσέλαβε χαρακτηριστικά ανάλογα με τον τόπο που γινόταν το κέντρο της περιστροφικής κίνησης της επιθυμίας του πλήθους (του εργασιακού, του μικροαστικού, του νεολαιίστικου πλήθους, σε διαφορετικές αναλογίες: άλλη η σύνθεση του πλήθους στη Χαλυβουργία, άλλη στην ΕΡΤ, άλλη στους Αγανακτισμένους). Θα πρέπει να θυμόμαστε όμως πάντα ότι η επαναδιαπραγμάτευση των συλλογικών ταυτοτήτων δεν γίνεται εν κενώ, αλλά ξεκινώντας από το έδαφος που έχει κληρονομηθεί από το παρελθόν. Έτσι λοιπόν, ενώ η κρίση παραγωγής της υποκειμενικότητας που βιώνουμε στην ελλάδα του σήμερα, είναι μια ασυνέχεια σε σχέση με το παρελθόν, τα υλικά και οι ροπές των μορφών υποκειμενικότητας που αναδύονται είναι υλικά και του παρελθόντος-το τί μεσολάβησε στην ελλάδα μεταξύ 1970 και 2008 είναι καθοριστικό για το περιεχόμενο και τη μορφή των ''αυθόρμητων κινημάτων το 2011 και έπειτα. 

  Με βάση την ορολογία των Deleuze-Guattari, μπορούμε να διακρίνουμε δύο μορφές αντίδρασης απέναντι στη Κρίση της υποκειμενικότητας. Η κατάρρευση των αξιακών κωδίκων της κοινωνίας (συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαιοκρατικού κώδικα και της κατάρρευσης των δικών του αξιών-βλ. απαξίωση του κεφαλαίου, κρίση ''εμπιστοσύνης'' και κλονισμός της πιστοληπτικής ικανότητας, ''πανικός'' μεγαλοκαταθετών και μικροκαταθετών κ.α ), ανασύρει στην κοινωνική επιφάνεια τη διαπάλη των δύο πόλων του κοινωνικού ''ασυνειδήτου'', τουπαρανοικού και του σχιζοφρενικού (που γεννούν πάντα ανάμεικτα μορφώματα καθορισμένα από τη δοσολογία τους και τα ειδικά περιβάλλοντά τους). Παράνοια και Σχιζοφρένεια αποτελούν, ήδη από τη λακανική τυποποίηση, μορφές ψυχώσεων- η ψύχωση σαν αποτέλεσμα επέρχεται με την αποτυχία εμπέδωσης της πατρικής μεταφοράς, άρα και εμπέδωσης του συμβολικού κώδικα, που ονομάζεται διάκλειση. Αποδόμηση του συμβολιτικού συστήματος, των αξιακών και θεσμικών κωδικοποιήσεων, ασταθης αναπροσαρμογή της υποκειμενικότητας στις νέες χαοτικές συνθήκες. Ποιάς υποκειμενικότητας; Ας εξετάσουμε δύο μορφές της, την εγωκεντρική-υποκειμενική και την εθνοκεντρική-διυποκειμενική, από τη σκοπιά των δύο δυνατών αντιδράσεων. 

-Παρανοική αντίδραση

  Η παρανοική αντίδραση στη Κρίση με κλείσιμο στο υποκειμενικό Εγώ, προσπάθεια δαιμονοποίησης του ''Ξένου'' που προσβάλλει την εγωκεντρική ακεραιότητα, προσπάθεια εκμηδενισμού του. Αναζήτηση ενός πρωταρχικού σταθερού εδάφους-ταυτοτικού κέντρου που χάθηκε, εσωστρεφής ανεξαρτησία. Κατ'αναλογία, κλείσιμο στο διυποκειμενικό-εθνικό ''Εμείς'' και προσπάθεια δαιμονοποίησης και εκμηδενισμού του ''Ξένου'', που μας στερεί την αυτάρκεια που είχαμε. Ο Ξένος πρέπει να διωχθεί ή να θυσιαστεί στο βωμό της εσωτερικής σταθερότητας.  
  Ξένος είναι, σε σχέση με τον άνθρωπο, τόσο ο Θεός όσο και ο Διάβολος. Ο διάβολος και αποδιοπομπαίος τράγος μπορεί να είναι ο μετανάστης, μπορεί να είναι και ο ξένος δανειστής μαζί με το δωσίλογο Τζέφρυ, η πληγωμένη και σε κρίση εθνική υποκειμενικότητα μπορεί να φαντασιώνεται τη στιγμή που και οι δύο παίρνουν πόδι από τη χώρα με ελικόπτερο και διακηρύσσεται η εθνική ανεξαρτησία. Προσοχή όμως, άλλο ο φτωχοδιάβολος άλλο ο δανειστής-Διάβολος: οι αφαιρέσεις των Deleuze-Guattari, καθώς επικεντρώνονται στη μορφή, μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση ως προς το περιεχόμενο. Ο πρώτος είναι το εύκολο θύμα, ο δεύτερος καλύπτεται από ένα ολόκληρο σύστημα εκμετάλλευσης. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, έχουμεμετατόπιση του μίσος από το εσωτερικό της κοινωνίας στο εξωτερικό, ώστε να μη θιγεί η κοινωνική συνοχή (ποιός θα τσακίσει το ντόπιο κεφάλαιο;). Από την άλλη μεριά, Ο Ξένος-Θεός μπορεί να είναι ο ξένος από μηχανής Δανειστής ή ο ξένος επενδυτής σαν Μεσσίας-σωτήρας. Εδώ η αλλοδαπότητα δεν ενοχλεί ιδιαίτερα-ο σαουδάραβας είναι πάνω από όλα λεφτάς και όχι σουνίτης. 
   Σύμφωνα με τους Deleuze-Guattari, ο παρανοικός κατασκευάζει συσκευές καταδίωξης, με τον εαυτό του ως θύμα (όλοι συνωμοτούν εναντίον του, όλοι τον κυνηγούν, όπως ο Κίσσινγκερ τάχα διακήρυξε το κυνήγι του Έλληνα). Μια ενεργητική απάντηση, το να διώξω εγώ αυτόν που προσβάλλει την καθαρότητά μου σε βαθμό εκμηδενισμού του, όταν συνδυάζεται με φυλεκτικά-βιογενετικά κριτήρια, είναι μια τυπική μορφή εκφασισμού.
   Και στο εγωκεντρικό επίπεδο, ξένος μπορεί να είναι ο μετανάστης που μου κλέβει τη δουλειά ή ο ''συνέλληνας'' που μου κλέβει τη δουλειά ή ο ''τεμπέλης'' που μου κλέβει τη δουλεια, το μισθό, δηλαδή, όπως αναλύσαμε, την επιθυμία και ιδεατά, την απόλαυση. ''Θέλω να τον τσακίσω, να τον καθαρίσω, τον καθυστερημένο-τεμπέλη-υπάνθρωπο-αλλοδαπό'', αυτό είναι το νόημα, είτε εκφράζεται ρητά είτε όχι,  των σκέψεων του μικροφασίστα.  
    Σε αντίθεση με τους Deleuze-Guattari και τον Φουκώ, δεν μπορούμε εδώ να χαρακτηρίσουμε ''μικροφασισμό'' κάθε παρανοικό κλείσιμο. Η διεσταλμένη έννοια του ''φασισμού'' ώστε να καλύπτει πολλά διαφορετικά περιεχόμενα, δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια, θα πρέπει, αφού δούμε τα δύο επίπεδα, το μακρομοριακό εθνοκρατικό/υποεθνικό και το μοριακό εγωλογικό/υποατομικό, να αναζητήσουμε τησύμπτωση της ειδικά ρατσιστικής/βιοπολιτικής παρανοικής γραμμής του έθνους-κράτους και του κεφαλαίου (μερίδων του) με την παρανοική γραμμή των εγωκεντρικών υποκειμενικοτήτων. Δεν βλέπουμε δηλαδή τον ''μικροφασισμό'' απλά ως την παρανοική μορφή, εθνοκρατική ή εγωλογική, αλλά ως συνάρθρωση των αντίστοιχων μακρομοριακών και μοριακών γραμμών, με ένα ρατσιστικό σημαινόμενο. Θα λέγαμε το ειδικά γενετικό-ρατσιστικό-μια άλλη επιλογή θα ήταν ως ειδικό περιεχόμενο, που δεν θα οδηγεί σε υπερδιαστολή της έννοιας του φασίστα, να κρατήσουμε αυτό της ''εθνικής κάθαρσης'', ώστε να συμπεριλάβουμε την επιθετικότητα των φασιστών απέναντι στους κομμουνιστές ως ''προδότες του έθνους'' που διασπούν την κοινωνία σε τάξεις, υπό τον όρο ότι μιλάμε για εκφασισμό μόνο στο βαθμό που το Έθνος αντιμετωπίζεται ως βιολογική-φυλεκτική συμπαγής/καθαρή οντότητα (ώστε να μην πέσουμε πάλι στο λάθος της υπερδιαστολής της έννοιας του ''φασισμού''). Υπό αυτό το τελευταιο πρίσμα, η γενοκτονία συγκεκριμένα των Εβραίων δεν θεωρείται συστατικό γνώρισμα της φασιστικής αντίδρασης, παρά μόνο η μορφή που αυτή έλαβε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο (έτσι θα πρέπει να προσπαθήσουμε να μελετήσουμε τις μορφές ''νεοφασισμού'' και ''νεοναζισμού'' που αναδύονται). 
   Με την Εθνοκάθαρση, Όποιος θεωρείται, με βιολογικούς και ιατρικούς όρους, παράσιτο και αρρώστια στον κορμό της φυλής του Έθνους πρέπει να εξοντωθεί. Σε κρατικό-βιοπολιτικό επίπεδο, οι πειθαρχίες ''αξιολόγησης'' σε συγκεκριμένους χώρους ως φάσεις μιας ευρύτερης στρατηγικής εκκαθάρισης από τον ''πλεονάζοντα πληθυσμό'', αποτελούν νέες μορφές κρατικού ρατσισμού αλλά και εκφασισμού των πολιτών, στο βαθμό που αυτοί επιθυμούν καταφαστικά έναν τέτοιο εκμηδενισμό των πλεοναζόντων. Μπορούμε δηλαδή να διακρίνουμε τονφυλετικό-βιολογικό, τον πολιτισμικό-διαφορικό (σε τί βαθμό διαφέρεις και σε τί βαθμό ομοιάζεις με ένα πολιτισμικό πρότυπο πχ του λευκού Ευρωπαίου) και τον οικονομικό-διαφορικό (σε τί βαθμό ομοιάζεις με το παραγωγικό πρότυπο και σε τί βαθμό διαφέρεις) ρατσισμό, υπό τον όρο ότι αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η υποβάθμιση στο επίπεδο του υπανθρώπου των θυμάτων, και η ταυτόχρονη δέσμευση σε μια παρανοική εθνικιστική αφήγηση. Πολύ συχνά έχουμε ένα συνδυασμό των παραπάνω, όπως στην περίπτωση που ένας βιολογικός-φυλετικός ντετερμινισμός εξηγεί πχ την έλλειψη ''παραγωγικότητας'' των ''ελλήνων-τεμπέληδων''. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε βασικό στοιχείο του ρατσισμού τον φυλετικό λόγο 
   Η διαφορά των δύο τάξεων μεγέθους (εθνοκεντρική υποκειμενικότητα-εγωκεντρική υποκειμενικότητα) όσον αφορά το χαρακτηριστικό παράδειγμα του Μετανάστη-Εβραίου-Αλβανού-Μουσουλμάνου, είναι πως η εθνοκρατική υποκειμενικότητα εκπονεί προγράμματα βιοπολιτικής εκκαθάρισης, αποδίδοντας το αρνητικό πρόσιμο του προς-εξαφάνιση σε ολόκληρους πληθυσμούς (βλ. Ξένιος Δίας). Ενώ η εγωκεντρική υποκειμενικότητα, δαιμονοποιεί μεν και συλλογικά τους ''μετανάστες'' ή τους ''τεμπέληδες''-''πλεονάζοντας'' εργαζομένους, αλλά η διαχείριση του τραύματος και της κρίσης περιορίζεται από τις ατομικές της δυνάμεις. Αυτός ο περιορισμός αίρεται όταν η γραμμή εγωκεντρικής παράνοιας, ο εκφασισμός από τα κάτω, έρχεται και συμπίπτει με το κεφαλαιο-κρατικό εκφασισμό από τα πάνω. Τότε σφυρυλατείται και αποκρυσταλλώνεται μια νέα υποκειμενικότητα, η φασιστική υποκειμενικότητα, ολοκληρώνοντας στιγμιαία μια διαδικασία εκφασισμού. Η υποκειμενικότητα αυτή, οδηγημένη από μια εκμηδενιστική, φονική ορμή εξόντωσης όσων ενσαρκώνουν τον δαιμονικό Άλλο, είναι μιαγραμμή φυγής από την κοινοβουλευτική ομαλότητα και την τήρηση των κρατικά εγγυημένων νόμων, η ρατσιστική ορμή της δεν μπορεί παρά να διασπά το κρατικό μονοπώλιο της βίας, να αποκωδικώνει το αστικό Δίκαιο, να αποκεντρώνει και απεδαφικοποιεί την ισχύ του, και να την επανεδαφικοποιεί σε ατομική και συλλογική αυτοδικίαΛόγω των παραπάνω χαρακτηριστικών του, ο εκφασισμός παρουσιάζεται ως αντισυστημικός, η ''από τα κάτω'' κίνησή του μοιάζει νομαδική, γιατί φαίνεται πως παρακάμπει μηχανισμούς ειρήνευσης και κανονικοποίησης (το Κοινοβούλιο, τον ''δημοκρατικό διάλογο'' κ.α)-έχει ως πρότυπο τον πόλεμο, και πάνω από όλα το στρατιωτικό πόλεμο, που δεν συνάδει ως κυρίαρχο πρότυπο με της καπιταλοκοινοβουλευτικής τάξης και ασφάλειας. Όμως η φασιστική ομάδα επανακωδικώνει τις βιοτικές σχέσεις εντός των ζωτικών της χώρων, εδραιώνει εσωτερικές σκληρές πειθαρχίες και άκαμπτους δεοντολογικούς κώδικες τιμής αλλά και τιμώρησης, μέσα σε ένα φασιστικό ζωώδες οργανισμικό σώμα, που είναι πιο ευκρινές όταν πραγματωθεί σε Κράτος (βλ. τη σημασία των θεμάτων υγεία-ασθένεια, καθαριότητα-μόλυνση). Ο Άλλος που τιμωρείται στο εσωτερικό της ομάδας, είναι ο φασίστας που δεν ήταν αρκετά φασίστας, ο φασίστας που λύγισε προς στιγμήν, που ήταν πιο ελαστικός, πιο εύκαμπτος, λιγότερο αυστηρός από όσο θα έπρεπε. Αυτός ο φασίστας πρέπει να πειθαρχηθεί, ή να εξοντωθεί (άλλωστε, ξέρει ήδη πολλά).  
  Ο φασισμός ανταποκρίνεται στην επιθυμία ''να ξεβρωμίσει ο τόπος'' από τον Ξένο στον οποίο αποδίδεται όλη η ευθύνη της διάλυσης της κοινωνικής συνοχής, ανταποκρίνεται στην επιθυμία βίαιης εκκαθάρισης με τιμωρία των ενόχων και αποκατάσταση της Τάξης και της Ασφάλειας που κατευνάζει το φόβο. Μιας τάξης και ασφάλειας εγγυημένης από την στρατιωτικά ασκημένη ισχύ των φασιστών. Η ορμή καταστροφής του Άλλου οδηγείται όμως, σύμφωνα με τους Deleuze-Guattari, τελικά σε μια ''μαύρη τρύπα'', στην αυτοκαταστροφή. Ο φασισμός-ναζισμός, που για να πολλαπλασιάσει την μηδενιστική ισχύ του από μια μοριακή, σε επίπεδο γειτονιών, κίνηση μετατρέπεται σε κρατική εξουσία (ιταλικό φασιστικό, γερμανικό ναζιστικό κράτος κ.α), οδηγείται στο γκρεμό μιας ανατροδοτούμενης βίας που δεν έχει τελειωμό, και τελικά εξοντώνεται.Αυτό δεν οδηγεί σε εφησυχασμό, κάθε άλλο-ο φασισμός, οδεύοντας προς την αυτοεξόντωσή του, παίρνει μαζί του στον τάφο του χιλιάδες ή εκατομμύρια ανθρώπους. 

  Η παρανοική διάθεση των μαζών, ο ένας πόλος της κοινωνικής παραγωγής της επιθυμίας, ενισχύεται και πολλαπλασιάζεται λοιπόν (αναφορικά με τα παραπάνω παραδείγματα) όταν η ευθύνη για κρίση της εθνοκεντρικής και ταυτόχρονα εγωκεντρικής κυριαρχίας φορτώνεται στους Ξένους, ώστε να κερδηθεί μια εθνική και εγωλογική καθαρότητα, μια καθαρή και άμεσα ιδιοποιήσιμη από εμένα (όχι από τον άλλο) και από εμάς (όχι από τους άλλους) απόλαυση. 


-Η Σχιζοφρενική Αντίδραση

 Ο άλλος (ιδεοτυπικός) πόλος της κοινωνικής επιθυμητικής παραγωγής, ο σχιζοφρενικός, συνιστά μια εκδιαμέτρου αντίθετη αντίδραση. Στη κρίση της εγωλογικής και εθνοκρατικής κυριαρχίας, η σχιζοφρενοποίηση είναι η διάθεση άρνησης οποιασδήποτε παγιωμένης εδαφικότητας, οποιουδήποτε παγιωμένου κώδικα, οποιασδήποτε κυριαρχίας. Το έθνος-κράτος δεν ήταν ποτέ κυρίαρχο και ανεξάρτητο, πάντα συνόρευε με άλλα κράτη, εξαρτούσε από έναν διακρατικό συσχετισμό δυνάμεων την ύπαρξή του, πάντα η συμμετοχή των ''ξένων'' (κρατών, κεφαλαίων, πολιτισμών) ήταν συγκροτητική του εθνικού Εαυτού (βλ. την ιστορία συγκρότησης του ελληνικού έθνους). Το έθνος-κράτος είναι μπάρσταρδο, όπως και το Εγώ, είναι μιγάδες, γέννημα μιας πολυεθνικής, διατομικής και υποατομικής πανσεξουαλικότητας (που περιλαμβάνει τοπικές διαλέκτους, ''ξένα'' ήθη και έθιμα, πολιτισμικά αντιδάνεια, εμπορικές συναλλαγές, μιμητικές επιθυμίες, αλληλοαναγνώριση). 
 Αποστρεφόμενος το εγωκεντρικό και εθνοκεντρικό κέντρο, ο σχιζοφρενικός δεν έχει πατρίδα έχει πολλές ταυτότητες σε παρατακτικές σύνδεση, και...και...και, πολλές επιθυμίες και πολλά ονόματα. Είναι Νομάς, όμως αυτή είναι μόνο η γενική μορφή, μπορεί να είναι ένας πολυεθνικός επενδυτικός νομάς ή το νομαδικό προλεταριάτο. Ο μετανάστης δεν είναι νομάς, όπως διευκρινίζει σε συνέντευξή του ο Deleuze. Ο μετανάστης διώχνεται από μια πατρίδα για να εγκλωβιστεί σε μια ξένη πατρίδα. Η ροή του είναι αιχμαλωτισμένη, ακόμα και αν παρακάμπτει τον έλεγχο, στη νομαδική τάση επιβάλλεται η κρατικοποίηση του σώματός του.Και ο πολυεθνικός επενδυτής, δεν είναι νομαδικός, γιατί διατηρεί έδρα και γιατί επενδύει σε κάποια πατρίδα, ή η νομαδική του, απεδαφικοποιητική τάση εξαρτάται πάντα από το έδαφος της έδρας και το έδαφος της επένδυσης, άρα και από τη κρατική εγγύηση της επενδυτικής ασφάλειας στα εδάφη αυτή.
  Η απεδαφικοποίηση του Εγώ μπορεί να συμπέσει με τη γραμμή απεδαφικοποίησης της εθνοκρατικής υποκειμενικότητας. Με το τρόπο του κεφαλαιοκρατικού πολυεθνικού-πολυεδρικού κοσμοπολιτισμού(μακροεπίπεδο), που παράγει δύο ειδών υποκειμενικότητες στο μικροεπίπεδο-τον παραγωγό-πολυεθνικό εργαζόμενο, και τον καταναλωτή-κοσμοπολίτη τουρίστα. Ο τελευταίος κάνει θραύση στις επιθυμίες της νεολαίας. Άλλωστε ο Φιλελεύθερος και ο σύγχρονος μετα/νεο-φιλελεύθερος μεταμοντέρνος εμφανίζεται ως η αυθεντική ανθρώπινη φιγούρα απέναντι στον τερατώδη φασίστα. Η ''νεοφιλελεύθερη'' οικονομία του Κεφαλαίου βλέπουμε πως συνδέεται άρρηκτα με τη σχιζοφρενοποίηση της επιθυμίας, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνικό επίπεδο, αλλά και την σχιζοφρενοποίηση της παραγωγής: το κεφάλαιο πολλαπλασιάζει τις μονάδες παραγωγής που είναι διασκοπρισμένες στα μήκη και τα πλάνητη της γήινης επικράτειας, και ακολουθεί μοντέλα συσσώρευσης με μεικτή εθνοτική σύνθεση εργαζομένων, μέσων παραγωγής, πρώτων υλών. Απευθύνεται σε πολλαπλές αγορές, αναζητά τους βέλτιστους συνδυασμούς των συντελεστών της παραγωγής και των εργασιακών υποκειμενικοτήτων. Αποκεντρώνει την επιθυμία που δεν επενδύεται στο Ένα και Μοναδικό, απεδαφικοποιεί την επιθυμία και με την έννοια τις υπέρβασης των εθνικών της ταυτίσεων, επιπλέον, την αποκωδικώνει-η αναζητηση μιας ''Εμπειρίας'', μιας τεράστιας έντασης ευφορίας, ένα καθαρό Αισθάνομαι άνευ συγκεκριμένου σημασιολογικού περιεχόμενου. 

Το Αισθάνομαι του Ρουβά http://radicaldesire.blogspot.gr/2011/09/blog-post_14.html

  Ένα καθαρό Αισθάνομαι είναι και αυτό του αληθινού σχιζοφρενή, όμως όχι ως καθαρή αφαίρεση, αλλά ωςδυνητικότητα πολλαπλών και παγκοσμιοποιημένων ανθρώπινων αισθήσεων. Ο αληθινός σχιζοφρενής της κοινωνίας διαλύει όλες τις ταυτότητες, είναι παντού και πουθενά όπως ο Θεός, η ανθρώπινη καθολικότητα των ατομικών και κοινωνικών διαφορών που παράγονται, κυκλοφορούν, κατανέμονται και ανακατανέμονται σε κάθε ανθρώπινη κίνηση σωμάτων ή ιδεών στον πλανήτη. Είναι ο εν ενεργεία κομμουνιστής-ο αναρχικός-κοινοτιστής που πραγματώνει την ουσία του ανθρώπινου, δηλαδή είναι εκείνος που υπάρχει επειδή υπάρχουν όλοι οι άλλοι μαζί, είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. Η κοσμοπολίτικη επιθυμία και η πολυεθνική εργασιακή παραγωγικότητα, μπορούν να γεννήσουν το επαναστατικό υποκείμενο των ύστερων κοινοκτητικών επαναστάσεων. Ωστόσο, αυτό το επαναστατικό σώμα, θα πρεπει να έχει μία τουλάχιστον χαρακτηριστική εδαφική έδρα. Θα είναι κάποια έθνη-κράτη που θα αναγνωρίζουν τη συγκρότησή τους μέσα σε περιφερειακούς ριζοσπαστικούς σχηματισμούς, θα είναι μια κοινοκτητική διεθνής, θα είναι μια ευκίνητη μυστική ένωση, ή όλα τα παραπάνω μαζί;

  Στον κοινοτιστή σχιζοφρενικό βλέπουμε έντονα την αξιολογική χροιά, και αναλαμβάνουμε το βάρος της ευθύνης της. Όμως στις άλλες περιπτώσεις παρανοικών και σχιζοφρενικών, δεν πρέπει να παρασυρθούμε και να δούμε παντού και πάντα μια ''ηθική'' ανωτερότητα του ενός από το άλλο. Αν η παρανοική δομή δενγίνεται φασιστική, ενδεχομένως δίνει μια ''κλειστότητα'' αμυντικά απαραίτητη έναντι μιας ''ανοιχτότητας'' που δεν περιφρουρεί τίποτα και παραδίδεται αμαχητί στον εξωτερικό εχθρό. Ακόμη περισσότερο αυτό ισχύει για την εδαφικότητα και τον κώδικα. Εδώ είναι το τρίτο σημείο, συναφές με τα άλλα δύο, στο οποίο διαφοροποιούμαστε από τις εμφάσεις των Deleuze-Guattarί. Πάλι το περιεχόμενο είναι το περιεχόμενο (και όχι απλώς η μορφή), ποιά εδαφικότητα, ποιός κώδικας, και σε ποιές συνθήκες. Η αλήθεια είναι πως, σε αντίθεση με τον Αντι-Οιδίποδα, σταΧίλια Επίπεδα οι Deleuze-Guattari δείχνουν σε αυτό το ζήτημα περισσότερη προσοχή, τονίζοντας πως η ''σχιζοφρενοποίηση'' μπορεί να σε καταστήσει ''φυτό'', κατατονικό, να σε παρασύρει σε μια αυτοκαταστροφή. Είναι μια ριζοκίνδυνη, ξέφρενη διαδικασία, που πρέπει σε συνοδεύεται από αποθέματα νοήματος και ρυθμίσεων του εαυτού, ρυθμίσεις που συνειδητοποιούνται ωστόσο ως παροδικές προσομοιώσεις, σταθμοί της έρευνάς μας για τον απελευθερωμένο ατομικό και συλλογικό εαυτό. 

  Παρανοική και Σχιζοφρενική αντίδραση-Γιατί οι μάζες επιθύμησαν το φασισμό; Να ρωτήσουμε επιπλέον το πού, το πότε, το πώς, το τί προηγήθηκε και το τί ακολούθησε. Στην ελλάδα της καπιταλιστικής κρίσης, στην Ουκρανία της γεωοικονομικής και πολιτικής κρίσης, παλιότερα στη Γερμανία, την Ιταλία και αλλού. Στην ελλάδα έναςχρόνιος και λανθάνον εκφασισμός ξεπέρασε ένα ορισμένο κατώφλι αποκρυστάλλωσης με την τομή των Αγανακτισμένων που πυροδότησε, ανάμεσα σε διαδικασίες διάλυσης της εθνοκεντρικής υποκειμενικότητας (βλ. Αλληλεγγύη με Ισπανούς, Πορτογάλλους κλπ), και νέες διαδικασίες εκφασισμού,αλλά και αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος (με το ταυτόχρονο ξεπέταγμα ΣΥΡΙΖΑ-Χ.Α), που περνούσε τότε μια ισχυρή κρίση ηγεμονίας. 

  Η απάντηση στο γιατί οι μάζες επιθύμησαν τον εκφασισμό στην ελλάδα και ποιά τελικά ήταν η βιογραφία της φασιστικής υποκειμενικότητας έως τώρα (πέρα από το πώς ακόμα εξελίσσεται και θα εξελιχθεί), έχει ως πολύ βασικό σταθμό τη μελέτη της επιθυμίας και του θυμικού (πέρα από τη μελέτη της συνείδησης) τωνΑγανακτισμένων. 

  Γιατί επιθυμούν οι μάζες την καταστολή; Από φόβο προς το Χάος, για να επιβληθεί μια τάξη και μια ασφάλεια, για να σώσουν την ταυτότητά τους, για να επικρατήσει ένας κανονιστικός Κώδικας και να εφαρμοστεί με βία πάνω στις ροές της επιθυμίας, που δημιουργούν αταξία ανατροδοτώντας το αίσθημα της αναγκαιότητα ενός τακτοποιητικού Νόμου. Αυτές τις τάσεις των από κάτω εκμεταλλεύεται το κεφαλαιοκρατικό σύστημα και συγκεκριμένες πολιτικοοικονομικές μερίδες του, χρησιμοποιώντας εργαλειακά φασιστικούς τιμωρούς, χρηματοδοτώντας τους, ενεργοποιώντας και απενεργοποιώντας σωματικούς (αστυνομία, Δέλτα, ΜΑΤ) και συμβολικούς μηχανισμούς ανάλογα με τη συγκυρία. Και όλα αυτά γιατί το κεφαλαιο-κρατικό σύστημα θέλει να κάνει εκκαθαρίσεις παραγωγικών δυνάμεων για να ξεπεράσει τη κρίση του, και να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες της εργατικής τάξης ώστε να τη πειθαρχήση περισσότερο για τη κερδοφορία του, στηριζόμενο στην καταστολή και το φόβο περισσότερο από τη συναίνεση. Ο φασισμός προσφέρει ισχύ, μια σκληρή πειθαρχία και τάξη μαζί με την αποπροσανατολιστική, σε σχέση με τα πραγματικά διακυβεύματα της ταξικής πάλης, τιμωρία αποδιοπομπαίων τράγων-ενόχων, προσφέρει μια φτηνή και πρόσκαιρη ικανοποίηση στα πλήθη πως εκδικούνται τους ενόχους, στέλνουν τη Χ.Α να ρίξει κανά ξύλο (τάχα!) στη Βουλή, και έτσι συγκαλύπτουν τη δειλία να επιτεθούν κατά του πραγματικού ενόχου, του ταξικού συστήματος εκμετάλλευσης.  Μέσα σε συνθήκες αβεβαιότητας, με σώματα μεγαλωμένα στον καπιταλοκοινοβουλευτισμό, μαλθακά, συνηθισμένα στο πρόγραμμα και φοβικά απέναντι στον μη ελεγχόμενο κίνδυνο και τη βία, η επιθυμία προσκολλάται στο Νόμο, αντί να προσπαθεί τον αποφεύγει, όταν η Κρίση του Νόμου (του οικονομικού νόμου, του κρατικοπολιτικού νόμου, του ιδεολογικού νόμου) οδηγεί στο Χάος και επικρατεί όχι η τάση φυγής μπρος τα μπρος, αλλά η επιστροφή προς τα πίσω, στο ασφαλές Σπίτι και στο Παρελθόν πριν τη Προδοσία.

  Aντί Επιλόγου, παραθέτουμε το κείμενο του Protevi για την ανάλυση των Deleuze-Guattari περί φασισμού με πρόσθετες πτυχές, αλλά και για άλλες βασικές έννοιες που αναπτύσσουνhttp://www.protevi.com/john/Nihilism.pdf. Ο εκφασισμός χαρακτηρίζεται από έναν ιδιότυπο μηδενισμό, είναι ''περισσότερο γρήγορος, παρά αργός'', κάνει μεταστάσεις σαν καρκίνος σε όλο το κοινωνικό σώμα, πληθαίνει τις μαύρες τρύπες του Νόμου λειτουργωντας σε πολεμική μηχανή που κινείται τοπικά και ασκεί ωμή βία στο δρόμο.
http://bestimmung.blogspot.gr/2014/04/blog-post_27.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου