Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

Mεταχειρισμένα μαχητικά αεροσκάφη, μια πολλά υποσχόμενη αγορά

Σήμερα κανείς δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η αεροπορική κυριαρχία είναι το ισοδύναμο της εγγύησης της νίκης. Η αεροπορία έχει εξελιχθεί σε ένα εργαλείο που μπορεί να μετατρέψει την έκβαση του πολέμου, ακόμη και σε περίπτωση σημαντικής υπεροχής του εχθρού στο έδαφος, όπως ήταν για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη, ή να επιβάλλει τους όρους της λήξης του πολέμου, ακόμη και χωρίς πολεμικές επιχειρήσεις στο έδαφος, όπως το κλασικό παράδειγμα της επιχείρησης του ΝΑΤΟ εναντίον της Γιουγκοσλαβίας το 1999. Ωστόσο, τα αεριωθούμενα υπερηχητικής ταχύτητας που είναι σε θέση να καταστρέψουν τον εχθρό σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο που απογειώνονται, με χειρουργικής ακρίβειας τόνους βομβών και πυραύλων, έχουν ένα πολύ σημαντικό μειονέκτημα. Είναι ακριβά. Πολύ ακριβά. 

Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το κόστος ενός αεροσκάφους ήταν συγκρίσιμο με αυτό των αρμάτων μάχης. Ωστόσο, μετά τον πόλεμο, η αεροπορία όπως ξεκίνησε να εμπεδώνει τα οφέλη της μεταπολεμικής επιστημονικής και τεχνολογικής επανάστασης, το κόστος για ένα μαχητικό αεροσκάφος σκαρφάλωσε πολύ γρήγορα στα ύψη. Για παράδειγμα, το 1998 ένα βαρύ άρμα μάχης M1A2 Abrams κοστίζει στο Αμερικανικό φορολογούμενο περίπου 6 εκατομμύρια δολάρια, ενώ ένα μονοθέσιο μαχητικό αεροσκάφος F-16C περί τα 27 εκατομμύρια δολάρια. Επιπλέον, σε αυτή την σύγκριση, το Abrams - ένα από τα πιο ακριβά άρματα μάχης στον κόσμο, και το F-16C Fighting Falcon το φθηνότερο μαχητικό της Δύσης. Το κόστος ενός βαρύ δικινητήριου πολλαπλών ρόλων μαχητικού F-15E Strike Eagle επιβάρυνε τον αμερικανικό προϋπολογισμό για το ίδιο έτος με περίπου 55 εκατομμύρια δολάρια. Σήμερα, σύγχρονα μαχητικά, όπως τα ευρωπαϊκά Eurofighter Typhoon και Rafale, κοστίζουν περισσότερο από 100 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα. 

Θα πρέπει να θυμόμαστε όχι μόνο το κόστος του ίδιου του αεροσκάφους, αλλά και το κόστος του «περιεχομένου» του: μια ώρα πτήσης ενός σύγχρονου μαχητικού κοστίζει ένα σημαντικό ποσό. Έτσι, το Eurofighter Typhoon σε μία ώρα πτήσης καταναλώνει μόνο καύσιμο από περίπου 8.000 δολάρια, και το συνολικό κόστος ανά ώρα πτήσης, εκτιμάται σε 18.000 δολάρια. 

Ας θυμηθούμε ότι η πτητική λειτουργία σε ένα μαχητικό αεροσκάφος ανά έτος θα πρέπει να υπερβαίνει ιδανικά τις 200 ώρες, δεδομένου ότι το επιθυμητό όριο των πιλότων ανά έτος είναι περί τις 100 ώρες πτήσης, και ο αριθμός των πιλότων συνήθως υπερβαίνει τον αριθμό των αεροσκαφών, στο ποσό αυτό δεν περιλαμβάνεται το περιοδικό κόστος για την συντήρηση και τις μεγάλες επισκευές, υψηλής ακρίβειας όπλα και μια μακρά προετοιμασία άκρως εξειδικευμένου προσωπικού. Έτσι το κόστος ανά ώρα πτήσης αυτών των σύγχρονων μαχητικών, όπως το παράδειγμα του Eurofighter Typhoon, έχει σκαρφαλώσει σε έως και 90.000 δολάρια ανά ώρα πτήσης. 

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η λειτουργία νέας παραγωγής σύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών είναι σπάνια πολυτέλεια για τα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη, αλλά ορισμένες φορές και για περισσότερο ανεπτυγμένα. Ένα παράδειγμα η Νότια Αφρική, η οποία έχει αποκτήσει το σουηδικό μαχητικό JAS-39 Gripen, αλλά αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα με την λειτουργία του. Έτσι, ένα μέρος αυτών των μαχητικών πέρασε πολύ γρήγορα σε καθεστώς αποθήκευσης. Σημειώστε δε, ότι το Gripen θεωρείται ένα από τα φθηνότερα μαχητικά τέταρτης γενιάς. Ένα ακόμη παράδειγμα η Αυστρία, η οποία πρόσφατα ολοκλήρωσε την διαδικασία απόκτησης του Eurofighter Typhoon, και αμέσως μετά πέρασε στην εξοικονόμηση πιλότων και πτητικών ωρών, αλλά και στον περιορισμό της λειτουργίας των υπόλοιπων στρατιωτικών υπηρεσιών, για να παρέχει τα κονδύλια για την λειτουργία των σύγχρονων, αλλά και πολύ λίγων μαχητικών Eurofighter Typhoon. 

Καθίσταται σαφές: η αεροπορική δύναμη - είναι διασκεδαστικά πολύ ακριβή. Ωστόσο, είναι προφανές ότι αυτή απαιτείται. Και ενώ οι πλούσιες χώρες είναι σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις, οι φτωχότερες πρέπει να βρουν για τον εαυτό τους μια διέξοδο. Είναι προφανές ότι για τις φτωχότερες χώρες μένει η επιλογή της αγοράς μεταχειρισμένων αεροσκαφών. 

Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, για τις φτωχότερες χώρες το ζήτημα της πρόσβασης σε εξοπλισμό με μαχητικά αεροσκάφη δεν ήταν τόσο επώδυνο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και η Σοβιετική Ένωση, συχνά παρείχαν στους συμμάχους τους μαχητικά αεροσκάφη δωρεάν, για πολύ λίγα χρήματα ή τουλάχιστον σε επιδοτούμενα προγράμματα πίστωσης. Μόνο ένα από τα πολλά παραδείγματα της εποχής εκείνης: στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναπτύξει λύσεις που είχαν αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα στον «ελεύθερο κόσμο» - F-5 Freedom, όπως από κάποιο σημείο και μετά, τα δικά τους μαχητικά αεροσκάφη ήταν υπερβολικά πολύπλοκα στην λειτουργία και στην συντήρηση για τους λιγότερο ανεπτυγμένους συμμάχους. Η ΕΣΣΔ και οι μεγάλες χώρες της Ευρώπης, ιδιαίτερα η Γαλλία, περιορίστηκαν στην ανάπτυξη απλουστευμένων τροποποιήσεων για τις εξαγωγές. 

Σήμερα μια σοβαρή δωρεάν στρατιωτική βοήθεια μπορεί να πάρει μόνο όποιος ανήκει στους πολύ στενούς συμμάχους των ΗΠΑ, και ο όγκος αυτής δεν είναι αυτός που ήταν κάποτε. Οι φτωχότερες χώρες δεν μπορούν άλλο να ελπίζουν ότι επικαλούμενες το γεγονός ότι ο γείτονάς τους έχει κακές διαθέσεις, κάποιος θα τους δώσει δωρεάν μαχητικά αεροσκάφη, μόνο και μόνο επειδή ανήκουν στο ένα ή το άλλο στρατόπεδο. 

Η βασική κατεύθυνση στην οποία διεξάγεται η μεταπώληση των μεταχειρισμένων μαχητικών αεροσκαφών των εύπορων χωρών της Δύσης, έχει δύο σκέλη: Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την τάση να πωλούν μαχητικά αεροσκάση από τα λεγόμενα «νεκροταφείο αεροπλάνων», οι ευρωπαϊκές χώρες - απευθείας από τη σύνθεση της ιδίας αεροπορικής δύναμης, το μέγεθος των οποίων, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, βρίσκεται σταθερά σε πτωτική πορεία. Η διαφορά των μεταχειρισμένων προμηθειών από τις Ηνωμένες Πολιττείες και της Ευρώπης - η εστίασή τους: στην μία περίπτωση η σχέση μεταξύ πωλητή και αγοραστή είναι συμμαχική, και η σύμμαχη χώρα δεν έχει τα κεφάλαια για την αγορά νέων αεροσκαφών, στην άλλη η διαδικασία εμπορικής προώθησης στην αγορά ενδιαφέροντος. Από τη συνεχιζόμενη πραγματικότητα αυτών των συναλλαγών μπορούμε να διακρίνουμε τα παραδείγματα της Ρουμανίας, η οποία αγοράζει 12 μεταχειρισμένα F-16 στην Πορτογαλία, με παραδόσεις να αρχίζουν το 2016, και η Ινδονησία, η οποία το καλοκαίρι του 2014 άρχισε να παραλαμβάνει από τις Ηνωμένες Πολιτείες τα πρώτο από τα συνολικά 24 F-16 που εξήρθαν της αποθήκευσης και εκσυγχρονίστηκαν. 

Ο δεύτερος πυρήνας της πώλησης μεταχειρισμένων αεροσκαφών - η πρώην Σοβιετική Πολεμική Αεροπορία. Οι κύριοι πωλητές είναι εδώ οι μεγαλύτερι κληρονόμοι του σοβιετικού υλικού - Ρωσία και Ουκρανία (η κληρονομιά της δεύτερης ήταν η κύρια προϋπόθεση ότι μετά το 1992 ήταν η 2η μεγαλύτερη Πολεμική Αεροπορία στην Ευρώπη, μετά από αυτήν της Ρωσίας). Τυπικά, οι πελάτες εδώ είναι επίσης χαμηλού εισοδήματος, πρόθυμοι να αγοράσουν τεχνολογία της δεκαετίας του 1990, όπως MiG-29, Su-25, Su-27. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αιθιοπίας-Ερυθραίας το 1998-2000 η Ρωσία πούλησε ταυτόχρονα μεταχειρισμένα αεροσκάφη της και στις δύο εμπόλεμες πλευρές. Η Ερυθραία συνεργάστηκε επίσης ενεργά με την Ουκρανία. Αυτό είχα μάλιστα ως αποτέλεσμα στα πιλοτήρια των μαχητικών της Αιθιοπίας να κάθονται Ρώσοι «ειδικοί», και σε αυτά της Ερυθραίας - Ουκρανοί. 

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Ρωσία σταδιακά έχασε το ενδιαφέρον της στον τομέα της προμήθειας μεταχειρισμένων αεροσκαφών - η αναβίωση της βιομηχανίας των αερομεταφορών μέσω μεγάλων παραγγελιών από την Ινδία και την Κίνα συνέβαλαν στον αναπροσανατολισμό της Ρωσίας στην πώληση κυρίως νεόδμητων μαχητικών αεροσκαφών. Επιπλέον, η Ρωσική Πολεμική Αεροπορία επέλεξε από την μεγάλη κληρονομιά της τα περισσότερο κατάλληλα μαχητικά και ξεκίνησε σε μακροπρόθεσμη βάση μεγάλα προγράμματα επισκευής και αναβάθμισης αυτών, για να καλύψει τις δικές της ανάγκες, ως προσωρινό μέτρο πριν από την είσοδο σε υπηρεσία των νέων μοντέλων αεροσκαφών, με αποτέλεσμα να εκλείψουν τα διαθέσιμα μεταχειρισμένα μαχητικά για την εξαγωγή. Πωλήσεις μαχητικών από «δεύτερο χέρι» έγιναν και από την Ουκρανία. Αξοσημείωτο, η πώληση της κληρονομιάς των μαχητικών αεροσκαφών της Ουκρανίας συνεχίζεται και σήμερα, παρά τη δύσκολη πολιτική κατάσταση. Για παράδειγμα, στο τέλος του Ιουνίου 2014 στο κρατικό εργοστάσιο επισκευής αεροσκαφών στο Λβίβ της δυτικής Ουκρανίας θεωρήθηκε ένα MiG-29UB - ανακαινισμένο, βαμμένο και έτοιμο να αποσταλεί στο Σουδάν. 

Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς ότι όσο πολλοί δυνητικοί αγοραστές δεν είναι πλούσιοι, τα μεταχειρισμένα μαχητικά αεροσκάφη θα συνεχίσουν να αποτελούν ένα πολλά υποσχόμενο επιχειρηματικό πεδίο δράσης για τους πωλητές, όπως θα συνεχίζει να μην υφίσταται ένα πρόγραμμα χαμηλού κόστους μαχητικού αεροσκάφους με σύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα και όπλα, ικανό να συνεργαστεί με ιπτάμενες ηλεκτρονικές πλατφόρμες, και εφοδιασμού. Επιπλέον, οι πωλητές δεν προτίθεται να εγκαταλείψουν τις προσφορές της «δεκάρας», όπως συμβαίνει συχνά να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην μελλοντική δέσμευση συνεργασίας στην σχέση πωλητή και αγοραστή. 





Fox 2 Magazine

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου