Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Συνέντευξη, Ράχμε Βεζίρογλου – Βόρεια Κύπρος: "Να ρισκάρουμε, να ενωθούμε, να σπάσουμε τα δεσμά!"

"Να ρισκάρουμε, να ενωθούμε, να σπάσουμε τα δεσμά!"
Συνέντευξη: Ειρήνη Ηλιοπούλου 
Στις 26 Απρίλη, οι κάλπες των προεδρικών εκλογών στη βόρεια Κύπρο ανέδειξαν νικητή τον κεντροαριστερό Μουσταφά Ακιντζί με ποσοστό 60,5% και χαμένο τον δεξιό πρώην πρόεδρο Ντερβίς Έρογλου. Τι σηματοδοτεί μια τέτοια εξέλιξη για τη βόρεια Κύπρο, το Κυπριακό, τις σχέσεις με την Τουρκία, την Αριστερά, το κίνημα και τη διακοινοτική συνεργασία;
Η Ράχμε Βεζίρογλου είναι Τουρκοκύπρια κοινωνιολόγος, ακτιβίστρια και παραγωγός ντοκιμαντέρ και ζει στην Κύπρο. Η πρόσφατη δουλειά της συμπεριλαμβάνει ερευνητική δουλειά και παραγωγές γύρω από τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, τις εναλλακτικές μορφές οργάνωσης, την αλληλέγγυα οικονομία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, με στοιχεία από τη Βαρκελώνη, το Γκεζί και τη Ροζάβα. Ζητήσαμε να μιλήσουμε μαζί της για την πολιτική κατάσταση στη βόρεια Κύπρο μετά τις πρόσφατες εκλογές…
Ο Ακιντζί και το επιτελείο του πέτυχαν να αναλύσουν τι ακριβώς αποζητούσε η πλειοψηφία του κόσμου που ζει στο Βορρά 

Ο Μουσταφά Ακιντζί κέρδισε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη βόρεια Κύπρο στις 26 Απρίλη. Ποιοι ήταν οι βασικοί άξονες της καμπάνιας του; Ποια σημέια συνέθεσαν την επιχειρηματολογία του, τους στόχους και την οπτική του καθώς και τη θέση του στην πολιτική σκακιέρα κόντρα στον Έρογλου και τους εθνικιστές;

Ο Ακιντζί είναι ένας καλός πολιτικός (εννοώ στο παιχνίδι της πολιτικής) με καθαρό ιστορικό διακυβέρνησης και αποδεδειγμένα αποτελέσματα για τη διακοινοτική συνεργασία κατά τη θητεία του ως δήμαρχος της Λευκωσίας. Ας θέσουμε όμως ένα πλαίσιο. Πέρυσι, ο Μεχμέτ Χαρμαντζί, ο οποίος θεωρείται πολιτικός του απόγονος, εξελέγη δήμαρχος με την ενεργή στήριξη του ίδιου του Ακιντζί. Ως τότε, ο Δήμος της Λευκωσίας ήταν στα χέρια του απόλυτα διεφθαρμένου Τζεμάλ Μπουλουτογλουραρί για τις τελευταίες δύο θητείες, κατά τη διάρκεια των οποίων η Λευκωσία απέκτησε ένα υπέρογκο χρέος, δημιουργήθηκαν σχέσεις με τον κόσμο της μαφίας, δόθηκαν μεγάλα έργα υποδομών σε ανίκανους ιδιώτες με αντάλλαγμα προσωπικά οφέλη, μια συνηθισμένη ιστορία διαφθοράς. Εν τέλει, ο Δήμος βρέθηκε χρεωμένος σε μία από τις κυρίαρχες τράπεζες της Τουρκίας, δημιουργώντας έτσι κι άλλο χώρο για την οικονομική και διοικητική εξάρτηση.

Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια γίναμε μάρτυρες δυναμικών απεργιών των εργαζομένων στο Δήμο της Λευκωσίας, με τις στοίβες των σκουπιδιών να παραμένουν για μεγάλες χρονικές περιόδους. Από τις λαμπρές μέρες μιας εύρυθμης τοπικής αυτοδιοίκησης –η οποία είναι ίσως το μόνο διοικητικό επίπεδο στα χέρια των Τουρκοκυπρίων- σε καθημερινές ντροπιαστικές δηλώσεις και υπόγειες συμφωνίες και στο ξεθώριασμα των εργατικών δικαιωμάτων. Η νίκη του Μεχμέτ Χαρμαντζί σηματοδότησε τον κορεσμό μιας τέτοιας κυβερνητικής πρακτικής εντός της κοινωνίας.

Επιπλέον, η θητεία του Μπουλουτογλουραρί εξελίχθηκε την περίοδο μετά το 2004 (σχέδιο Ανάν), στην οποία οι Τουρκοκύπριοι άρχιζαν να χάνουν την ελπίδα για μια λύση στο νησί ενώ τα μέτρα λιτότητας της Τουρκίας γίνονταν όλο και πιο ασφυκτικά. Η άνοδος του ΑΚΡ (Ερντογάν) συνέβαλλε επίσης στην εξασθένηση της πολιτικής βούλησης για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση των Τουρκοκυπρίων. Ήταν μια ασφυκτική περίοδος σε πολλά επίπεδα: ταπεινωτικές δηλώσεις από υψηλόβαθμα στελέχη του ΑΚΡ σχετικά με τους Τουρκοκύπριους (μας αποκαλούσαν besleme, δηλαδή παράσιτα), αυξανόμενη βία ενάντια σε διαδηλωτές κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων με αφορμή κάποιες επισκέψεις επισήμων από την Τουρκία, ορατές προσπάθειες αναγκαστικού εξισλαμισμού και εντεινόμενος μιλιταρισμός, οικολογική καταστροφή και ραγδαία αστική εξάπλωση για να ταϊστούν οι Τούρκικες κατασκευαστικές εταιρείες.

Με άλλα λόγια, οι Τουρκοκύπριοι ήταν στη γωνία: απόρριψη του σχεδίου από την πλευρά των Ελληνοκυπρίων το 2004, διαφθορά των τοπικών πολιτικών, καταπίεση και αποικιοκρατία της Τουρκίας και έλλειψη ενδιαφέροντος από τη διεθνή κοινότητα. Ακόμα, το λαμπερό αστέρι στις αρχές του 2000, το CTP, η κύρια αριστερή αντιπολίτευση, έχανε την αξιοπιστία του. Απέτυχαν στο να διατηρήσουν μια ιδεολογική στάση σε μια σειρά από ζητήματα και αντιμετώπισαν την πολιτική σαν ζήτημα διαχείρισης.

Σε αυτό το πλαίσιο, η καμπάνια του Ακιντζί στόχευσε στο προφανές κενό: ένα αξιόπιστο, αποφασιστικό πρόσωπο με ορθολογική και καθαρή οπτική. Υποστήριξε μια δημοκρατική, νόμιμη δομή βασισμένη στο δικαίωμα για αξιοπρεπή ζωή. Η καμπάνια του είχε βασικά 4 άξονες: Αμοιβαίος σεβασμός στις σχέσεις με την Τουρκία/ Επικέντρωση σε μια ομοσπονδιακή λύση για το Κυπριακό/ Ευαισθησία για τα εσωτερικά κοινωνικά ζητήματα/ Ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα στην προεδρεία. Σε ένα κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον, όπως το περιέγραψα προηγουμένως, ο Ακιντζί και το επιτελείο του πέτυχαν να αναλύσουν τι ακριβώς αποζητούσε η πλειοψηφία του κόσμου που ζει στο Βορρά και επιπλέον, η κοινωνική και πολιτική ιστορία του Ακιντζί δεν άφηνε χώρο στον σκεπτικισμό για το αν θα καταφέρει να κρατήσει τις υποσχέσεις του.



Τα εκλογικά αποτελέσματα δεν μπορούν σίγουρα να διαχωριστούν από τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές διεργασίες. (…) Η περίοδος μετά το 2004 έφερε μια σταδιακή απαξίωση των κοινωνικοπολιτικών δικαιωμάτων εντείνοντας παράλληλα τη θεσμική εξάρτηση, την οικολογική καταστροφή, τη διαφθορά κλπ. Αυτή η περίοδος είναι ακόμα η πρώτη περίοδος επαφής των δύο πλευρών μετά το 1974. 





Πως υποδέχτηκε ο κόσμος στη Βόρεια Κύπρο τη νίκη Ακιντζί; Ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις του κόσμου, των συνδικάτων και της Αριστεράς;





Θα έλεγα πως η νίκη του Ακιντζί γιορτάστηκε από σχεδόν όλα τα κομμάτια της Αριστεράς. Υπήρξε σίγουρα μια αίσθηση ενότητας και αλληλεγγύης ιδιαίτερα στον δεύτερο γύρο των εκλογών όταν ο Ακιντζί ήρθε αντιμέτωπος με τον Έρογλου. Μαζί με την έμφασή του για μια ομοσπονδιακή επανένωση, η νίκη του σηματοδότησε και τη λήξη της εξουσίας του Έρογλου και αναζωπύρωσε τις προσδοκίες για ένα ελπιδοφόρο μέλλον. Παρόλα αυτά πρέπει να σημειώσω πως η Αριστερά στο βορρά συχνά ακολουθεί αντιδραστικά μονοπάτια, που σημαίνει πως η ελπίδα λάμπει και πεθαίνει εύκολα και γρήγορα. Υπ’ αυτήν την έννοια, θα ήταν αφελές να θεωρήσω την ενότητα των πρώτων εβδομάδων δεδομένη.





Από το 2009 υπήρξαν σημαντικές κινητοποιήσεις και απεργίες στη βόρεια Κύπρο ενάντια στα μέτρα λιτότητας, τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μνημόνια με την Τουρκία σχετικά με την οικονομική στήριξη. Σε ποιο βαθμό συνέβαλλε το κίνημα σε αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα;





Τα εκλογικά αποτελέσματα δεν μπορούν σίγουρα να διαχωριστούν από τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές διεργασίες. Όπως είπα προηγουμένως, η περίοδος μετά το 2004 έφερε μια σταδιακή απαξίωση των κοινωνικοπολιτικών δικαιωμάτων εντείνοντας παράλληλα τη θεσμική εξάρτηση, την οικολογική καταστροφή, τη διαφθορά κλπ. Αυτή η περίοδος είναι ακόμα η πρώτη περίοδος επαφής των δύο πλευρών μετά το 1974. Η μεγάλη προσδοκία που ήρθε με το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003 μετατράπηκε σε πηγή απελπισίας και πικρίας για την πλειοψηφία του πληθυσμού από τη στιγμή που δεν μπορούσε να οικοδομηθεί ένα στέρεο, κοινό έδαφος συμφιλίωσης ή κοινού αγώνα από τα κάτω ενάντια στη λιτότητα. Από τη στιγμή που το κίνημα στο βορρά δεν μπορούσε να πετύχει μια στέρεη νίκη ενάντια στα μέτρα (οι λόγοι είναι ένα άλλο μεγάλο ζήτημα), οι ιδιωτικοποιήσεις επιταχύνθηκαν με επιθετικούς ρυθμούς. Ας πούμε πως η νίκη Ακιντζί αντιμετωπίστηκε ως το μόνο καταφύγιο που απέμεινε για το κίνημα.



Η ιδέα μιας ολοκληρωμένης λύσης αντί για μία προσέγγιση βήμα-βήμα έχει υπάρξει βασικός «εγγυητής» του καθεστώτος τα τελευταία 40 χρόνια. Ο Ακιντζί γνωρίζει αυτό το αδιέξοδο και αυτό είναι ελπιδοφόρο. 





Η αντίδραση του Ερντογάν ήταν άμεση και στην κατεύθυνση να «υπενθυμίσει» στον Ακιντζί ποια είναι η «μητέρα- πατρίδα» και ποιο είναι το «βρέφος». Πιστεύεις πως υπάρχει πολιτική βούληση αλλαγής των σχέσεων με την Τουρκία και σε ποια κατεύθυνση;





Υπάρχει σίγουρα βούληση αλλαγής των σχέσεων με την Τουρκία και αυτή η αποφασιστικότητα είναι ίσως ο κύριος λόγος της ευρείας υποστήριξης του κόσμου στον Ακιντζί. Ήταν έξυπνος στην απάντησή του στον Ερντογάν ώστε να διατηρήσει την εμπιστοσύνη και τη στήριξη του κόσμου. Επέμεινε στο ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να γίνουν οι σχέσεις ισότιμες και αδερφικές. Μίλησε στα κυρίαρχα Μέσα της Τουρκίας και έδωσε σύντομα αλλά καίρια στοιχεία για την εξάρτηση των Τουρκοκυπριακών θεσμών, που ήταν πολύ σημαντικό ειδικά αν σκεφτούμε πως η πλειοψηφία ακόμα και των πιο προοδευτικών ανθρώπων στην Τουρκία δεν κατανοεί τον πραγματικό ρόλο της τουρκικής κυβέρνησης στην Κύπρο.

Βεβαίως, και πάλι δεν πρέπει να περιμένουμε αφελώς πως η Τουρκία θα πάρει τα χέρια της από την Κύπρο σε αυτήν τη νέα περίοδο ούτε πως ο Ακιντζί θα στοχεύσει στο να δημιουργήσει μια τέτοια σχέση. Σε αυτό το επίπεδο υπάρχει μια προφανής αναγκαιότητα να παίξεις το διπλωματικό παιχνίδι. Πιστεύω πως ο Ακιντζί θα ψάξει να βρει τρόπους να γίνει σκληρός παίχτης. Η τακτική του θα είναι διαφορετική από του Ερντογάν, ο οποίος δρα ως «νταής» με απειλές και κατηγορητήρια. Αντιθέτως ο Ακιντζί θα υιοθετήσει τον ορθολογισμό και μια συμφιλιωτική ρητορική. Έτσι κι αλλιώς, η διπλωματία ήταν πάντα ένα «πάρε-δώσε» και ο νέος πρόεδρος μοιάζει να κατανοεί πως αν το παίξει σωστά, οι Τουρκοκύπριοι έχουν τη δύναμη να γίνουν δυνατοί παίκτες.





Σχετικά με το Κυπριακό, ο Ακιντζί δήλωσε «εμείς υποφέραμε το 1963 αλλά οι Ελληνοκύπριοι υπέφεραν το 1974». Επιπλέον είναι γνωστή η θέση του για μια λύση από τη θητεία του ακόμα ως δήμαρχος της Λευκωσίας. Βλέπεις προοπτικές λύσης;





Μπορούμε να μιλήσουμε για σύγκλιση. Σίγουρα ο Ακιντζί είναι αποφασισμένος να παίξει καταλυτικό ρόλο στη διαδικασία συμφιλίωσης και το όραμά του είναι να χτίσει σχέσεις βασισμένες στις «αμοιβαίες ανάγκες» που απαιτούν συνεργασία. Τα όσα πέτυχε ως δήμαρχος είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα για την τρέχουσα προσέγγισή του: για παράδειγμα το κοινό αποχετευτικό σύστημα της διαιρεμένης Λευκωσίας. Βασίστηκε σε μια αμοιβαία αναγκαιότητα και δημιούργησε μια ανάγκη για συνεργασία. Αυτή η οπτική θα τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τώρα αλλά είναι δύσκολο να μιλήσουμε για μια εντελώς νέα σελίδα. Θεσμικά δουλεύουν ακόμη πάνω στο ίδιο πλαίσιο και η «λύση» συνεχίζει να αντιμετωπίζεται ως μια διαδικασία από τα πάνω και ως κορύφωση αντί για μέσο. Τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης είναι ξανά μεγάλης σημασίας ώστε η ιδέα της «λύσης» να μην παραμένει μια αφηρημένη έννοια. Αλλά τα μέτρα αυτά είναι και πάλι στα χέρια των ηγετών που προτείνουν και αποφασίζουν.

Η ιδέα μιας ολοκληρωμένης λύσης αντί για μία προσέγγιση βήμα-βήμα έχει υπάρξει βασικός «εγγυητής» του καθεστώτος τα τελευταία 40 χρόνια. Ο Ακιντζί γνωρίζει αυτό το αδιέξοδο και αυτό είναι ελπιδοφόρο. Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη ανώτερες κλίμακες σχέσεων κάθε στιγμή ώστε να εκτιμούμε την πιθανότητα μιας λύσης: καπιταλιστική κρίση, συμφωνίες για το φυσικό αέριο, εκλογές στην Τουρκία, σχέσεις Ρωσίας – ΕΕ, διάσπαση της ΕΕ, συμφωνίες για το νερό με την Τουρκία…





Πολλοί, ανάμεσά τους και κόσμος της Αριστεράς στο Νότο, υποστηρίζει την ιδέα μιας «οποιασδήποτε λύσης». Πιστεύεις πως το αίτημα της επανένωσης μπορεί να είναι στόχος ξέχωρος από έναν ευρύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό; Μια πιθανή λύση θα μπορούσε να είναι επωφελής εντός του υπάρχοντος κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού συστήματος και των διεθνών συσχετισμών;





Αυτό είναι ακριβώς το σημείο που πρέπει να γίνουμε σοβαροί σχετικά με την ιδέα της λύσης. Δεν υπάρχει η απόλυτη λύση και η όποια λύση προκύψει από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα είναι σίγουρα μια νεοφιλελεύθερη λύση. Υπ’ αυτήν την έννοια ίσως δεν έχει τόση σημασία που ο Ακιντζί προέρχεται από τον αριστερό χώρο. Για την ώρα δεν είναι δυνατό να μιλήσουμε για μια κοινωνική/ πολιτική/ οικονομική προετοιμασία για τις επιπτώσεις της επανένωσης στο υπάρχον έδαφος. Η αλληλεγγύη ανάμεσα στους υποστηρικτές της επανένωσης και στις δύο πλευρές προσανατολίζεται προς την ομοσπονδία και μόνο αυτό. Δεν αναρωτιόμαστε ακόμα τι μας περιμένει όταν θα διασχίσουμε τη γέφυρα. Η ειρωνεία είναι πως μια τέτοια σκέψη δεν μπορεί από την άλλη να σταματήσει τη διάθεση μας να βρεθεί μια λύση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, γιατί τότε τουλάχιστον θα μπορούμε να αντιμετωπίζουμε μαζί τον κοινό εχθρό και ίσως γίνει πιο εφικτό να χτίσουμε ένα κοινό μέτωπο ενάντια στον καπιταλισμό, τον νεοφιλελευθερισμό και τον ιμπεριαλισμό.

Φυσικά οι δυναμικές είναι διαφορετικές σε κάθε πλευρά του νησιού όπως και τα μέτωπα του αγώνα. Στο βορρά, η κύρια μάχη είναι ενάντια στην εισβολή της Τουρκίας στο κοινωνικό, το πολιτικό και το οικονομικό επίπεδο. Ζούμε σε ένα «πειρατικό» κράτος που αντιμετωπίζεται κατά βάση σαν τη βρώμικη αυλή της Τουρκίας κι εμείς ως κάτοικοι του βορρά πληρώνουμε το κόστος της παράνομης δράσης της Τουρκίας. Η σκέψη μας είναι παγιδευμένη από τα διεθνή εμπάργκο στην τέχνη, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό. Μας αποκλείουν εσκεμμένα και εντέχνως ώστε να διασφαλίζεται διαρκώς η εξάρτηση. Οι θεσμοί μας δεν έχουν τον τελευταίο λόγο σχεδόν σε τίποτα γεγονός που οδηγεί στην παράλυση.

Σίγουρα είμαστε αντιμέτωποι με τη νεοφιλελεύθερη επέλαση αλλά με τα συμπτώματα μιας παλαιού τύπου αποικιοκρατίας και έτσι γίνεται δύσκολο να συγκροτηθούν στόχοι για το κίνημα από τα κάτω. Στη νότια πλευρά παλεύουν απευθείας ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τα συμπτώματά του, όπως η υπερκατανάλωση, οι ιδιωτικοποιήσεις και η λιτότητα. Όταν κοιτάμε τα προβλήματα της καθημερινότητας στις δύο πλευρές καταλήγουμε σε διαφορετικές εικόνες. Υπ’ αυτήν την έννοια, είναι εν μέρει κατανοητό το γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ένα κοινό μέτωπο για πολύ καιρό αλλά σε καμία περίπτωση αυτή η υπάρχουσα κατάσταση δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία.

Σε αντίθεση με το δημοψήφισμα του 2004, δεν έχουμε ένα δεδομένο πλάνο για τις δομές της ομοσπονδίας, πράγμα το οποίο μπορεί να είναι επικίνδυνο αλλά να δίνει και μια χρυσή ευκαιρία για να ασκήσουμε πιέσεις.Ειδικά η οικονομική δομή των ομόσπονδων κρατών θα ανασχεδιαστεί υπό το φως μιας συμφωνίας. Πρέπει να σκεφτούμε σε ποια κοινωνία θέλουμε να ζήσουμε αντί να ονειροπολούμε γύρω από αφηρημένες ιδέες. Πώς θα είναι το εκπαιδευτικό σύστημα; Η Υγεία; Θα γυρίσουμε σε άλλες μορφές ενέργειας; Υπάρχει δυνατότητα για ένα άλλο τραπεζικό σύστημα; Πώς θα αντιμετωπίσουμε το φασισμό; Πώς θα λειτουργεί η αστυνομία; Έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας και αντί να χαζεύουμε τη γλώσσα του σώματος των ηγετών ώστε να εκτιμήσουμε πόσο κοντά είμαστε στην επανένωση, πρέπει να δώσουμε την ενέργειά μας στην οικοδόμηση νέων δομών.







Ποια ήταν η ατμόσφαιρα στην κοινή διοργάνωση της Πρωτομαγιάς; Φάνηκε κάποια ελπιδοφόρα επιθυμία για κοινό αγώνα μεταξύ των συνδικάτων και του από τα κάτω κινήματος;





Κατά τη γνώμη μου ήταν περισσότερο ένα μάζεμα παρά μια διαδήλωση ή έστω ένας εορτασμός. Αν λάβουμε υπόψη ότι συνέβη αμέσως μετά τη νίκη του Ακιντζί, θα περίμενε κανείς περισσότερο ενθουσιασμό και μια αίσθηση αλληλεγγύης. Γενικά στην καθημερινή μου ζωή βλέπω σίγουρα μια κοινή επιθυμία για επανένωση ανάμεσα στον κόσμο των συνδικάτων καθώς και του κινήματος αλλά συχνά δεν πηγαίνει πέρα από τη δημοσίευση κοινών προκηρύξεων ή τη διοργάνωση μικρών εκδηλώσεων σε επετείους. Δε θα ονόμαζα κάτι τέτοιο κοινό αγώνα και σίγουρα φαίνεται πως έχουμε πολλά να μάθουμε για τους διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης, τους τρόπους λήψης αποφάσεων και κινητοποιήσεων.





Ωστόσο η Ελληνοκυπριακή κυβέρνηση είναι μια νεοφιλελεύθερη, δεξιά κυβέρνηση υπέρ της ΕΕ. Πιστεύεις ότι οι δύο αρχηγοί θα μπορέσουν να συνεργαστούν; Πώς σχολιάζεις την αντίδραση του Αναστασιάδη όταν δήλωσε πως «η ελπίδα της επανένωσης ανατέλλει ξανά»;





Όπως είπα προηγουμένως, μια λύση που θα προκύψει από τις διαπραγματεύσεις θα είναι σίγουρα σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Βλέποντας τη θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσα στη διεθνή αρένα και τη νεοφιλελεύθερη οικονομία θα ήταν εντελώς αφελές να σκεφτώ πως η μελλοντική ομοσπονδία θα βασίζεται σε διαφορετικά θεμέλια. Αυτό που φαίνεται να μετράει τώρα στις διαπραγματεύσεις είναι η πρόθεση να ληφθούν αποφάσεις καθώς και τα διπλωματικά προσόντα. Οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες για τους καπιταλιστές θα είναι πολλές. Νομίζω πως μπροστά στα οικονομικά οφέλη τους θα παραμερίσουν τα εθνικιστικά αισθήματα.

Είναι σαφές πως η συμφωνία δε θα γίνει προς όφελος του λαού, ο νότος είναι κομμάτι της κρίσης και το κεφάλαιο ψάχνει τρόπους να κλείσει συμφέρουσες συμφωνίες για το φυσικό αέριο. Επιπλέον υπάρχει έλλειψη νερού στην Κύπρο και η Τουρκία κατασκευάζει έναν τεράστιο αγωγό κάτω από τη Μεσόγειο ώστε να φέρει/ πουλήσει νερό στην Κύπρο. Για μας, το Βαρώσι είναι μια πληγή που αιμορραγεί για τους πρόσφυγες και για τον κόσμο που ζει εκεί κοντά αλλά για το κεφάλαιο είναι ένας παράδεισος για κατασκευαστικές συμφωνίες, θέρετρα, καζίνο κλπ. Το λιμάνι της Αμμόχωστου μπορεί να γίνει μια ολοκαίνουρια περιοχή εμπορίου για τους επιχειρηματίες. Αυτό είναι το έδαφος των διαπραγματεύσεων και αν τα οικονομικά οφέλη είναι ικανοποιητικά θα συνεργαστούν διάφοροι ανεξαρτήτως ιδεολογικών προελεύσεων. Ο Ακιντζί τα γνωρίζει όλα αυτά. Η Αριστερά δεν πρέπει να τον θεωρεί ηγέτη της, αλλά ως μια καλή δυνατότητα να τελειώνει με τα αδιέξοδα. Αλλιώς το σοκ και η απογοήτευση θα είναι μεγάλη. Το κίνημα οφείλει να έχει τη ματιά στις διαπραγματεύσεις και να ασκεί πιέσεις για τη συμφιλίωση αλλά η βασική δουλειά είναι η δημιουργία εδάφους για ενεργειακή ανεξαρτησία, κοινοτικούς συνεταιρισμούς, εξάλειψη του εθνικισμού στην εκπαίδευση κλπ…


Το πανό που κρεμόταν στη Νεκρή Ζώνη κατά τη διάρκεια του κινήματος «Occupy Buffer Zone» με συγκινεί πάντα. Έγραφε: «Ζούμε τη λύση». Το να ζήσουμε τη λύση σημαίνει να αποδεχτούμε πως δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτόν το δρόμο, όπως θέλουν να επιβάλλουν στον κόσμο με τις αφηγήσεις της πίεσης του χρόνου, τις επιτακτικές συνθήκες, τα πάρε- δώσε, τις μπλόφες κλπ. 





Θα μπορούσες να δώσεις μια εικόνα από την πλευρά των ανθρώπων που έρχονται από την Τουρκία και ζουν στη βόρεια Κύπρο σε σχέση με το εκλογικό αποτέλεσμα;





Θα ήταν λάθος να χωρέσουμε όλους τους ανθρώπους που ήρθαν από την Τουρκία μέσα σε μια κατηγορία. Ηπρώτη γενιά «εποίκων» μοιράζονται αυτή τη στιγμή κοινά χαρακτηριστικά με το μέσο όρο του πολιτικού φάσματος της Κύπρου, αναγνωρίζουν τα ριζωμένα προβλήματα της κοινωνίας και είναι θύματα των συνθηκών όπως ακριβώς και οι Κύπριοι. Κάποιοι μοιράζονται ακόμα και την μικρο-εθνικιστική προσέγγιση κάποιων λεγόμενων Κύπριων αριστερών ενάντια στη δεύτερη/ τρίτη γενιά εποίκων, κατηγορώντας τους για τα αυξανόμενα εγκληματικά περιστατικά και τις φασαρίες στην κοινότητα. Υπάρχουν επίσης Κούρδοι που ήρθαν από την Τουρκία μετά το 74 και όπως ξέρεις παλεύουν ενάντια στην καταπίεση της Τουρκίας σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο εδώ και πολύ καιρό. Η πλειοψηφία είναι αριστεροί και χάρηκαν πολύ με τη νίκη του Ακιντζί παρόλο που διαχωρίζουν την πάλη τους και βλέπουν την κατάσταση στην Κύπρο ξέχωρα από τη δική τους. Επιπλέον πολύ από τους «έποικους» έχουν απηυδήσει με τη δικτατορία του ΑΚΡ και θα υποστήριζαν οποιαδήποτε εναντίωση σε αυτό.

Επίσης υπάρχει άλλη μια μερίδα που είναι σύμφωνη με το ρεύμα αλλαγής. Στις αρχές του 2000, ο κατασκευαστικός τομέας δημιούργησε μια φούσκα για την οποία έσπευσαν οι δύο οικονομικοί «πόλοι» της Τουρκίας: το μεγάλο κεφάλαιο (επενδυτές) και οι εποχιακοί εργάτες. Όταν έσκασε η φούσκα στα τέλη του 2000, όπως ήταν αναμενόμενο, συνδέθηκε η ανάγκη για νέες επενδυτικές ευκαιρίες με μία ενδεχόμενη λύση. Αυτό ήταν και ένα από τα βασικά σημεία στην καμπάνια του δεξιού Έρογλου όταν υποστήριζε πως ο Ακιντζί θα βάλει τους εργαζόμενους από την Τουρκία σε πλοία για να τους στείλει πίσω. Αλλά η ρητορική αυτή δεν έπιασε τόπο και ο κόσμος δεν έδειξε να υποκύπτει σε μια τέτοια τρομοκράτηση.


Ποιο «σύνθημα» θα μπορούσε να ενώσει και να διαμορφώσει τη ριζοσπαστική, αντικαπιταλιστική Αριστερά στην Κύπρο και στις δύο πλευρές; Ποια νέα καθήκοντα είναι μπροστά σε επίπεδο πρωτοβουλιών και οργάνωσης;

Το πιο άμεσο και επείγον καθήκον για τους ριζοσπάστες αντικαπιταλιστές και στις δύο πλευρές είναι να χτίσουν εναλλακτικά οικονομικά μοντέλα στην πράξη και να δουλέψουν σκληρά για τη συμμετοχή του λαού σε αυτά. Υπάρχουν πρωτοβουλίες μικρής κλίμακας που είναι πολύ ελπιδοφόρες αλλά πρέπει να σπάσουμε τις ζώνες εφησυχασμού. Οι συνεταιρισμοί ήταν πολύ διαδεδομένοι στην πρόσφατη ιστορία του τόπου και διαλύθηκαν μέσα στην αποικιοκρατία και την ενσωμάτωση στη νεοφιλελεύθερη οικονομία. Η τεχνογνωσία δεν πέρασε στις επόμενες γενιές μετά τη διαίρεση αλλά είναι στο χέρι μας να βρούμε τους παλιότερους και ίσως αυτό μας δώσει την ευκαιρία να πάμε πέρα από το χάσμα των γενεών σε έναν κοινό αγώνα ενάντια στο σύστημα.

Μια άλλη ομπρέλα είναι και πρέπει να συνεχίσει να είναι ο αγώνας αποστρατικοποίησης, που είναι δεμένος βέβαια με τον αντικαπιταλιστικό αγώνα αλλά στην ειδική συνθήκη της Κύπρου χρειάζονται συγκεκριμένα μέτρα ενάντια στο μιλιταρισμό. Στο βορρά υπάρχει ένα πιο καθιερωμένο κίνημα ως προς αυτό. Οι αντιρρησίες συνείδησης αντιμετωπίζουν δικαστήρια, φυλακίζονται. Στο νότο ξεκίνησε επίσης μια ανάλογη προσπάθεια σε συνεργασία με τη βόρεια πλευρά.

Το πανό που κρεμόταν στη Νεκρή Ζώνη κατά τη διάρκεια του κινήματος «Occupy Buffer Zone» με συγκινεί πάντα. Έγραφε: «Ζούμε τη λύση». Το να ζήσουμε τη λύση σημαίνει να αποδεχτούμε πως δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτόν το δρόμο, όπως θέλουν να επιβάλλουν στον κόσμο με τις αφηγήσεις της πίεσης του χρόνου, τις επιτακτικές συνθήκες, τα πάρε- δώσε, τις μπλόφες κλπ. Σημαίνει να γνωρίζεις τις δυναμικές του «μεγάλου παιχνιδιού» και να επιλέγεις να χτίσεις εναλλακτικές κόντρα σ’ αυτό αντί να περιμένεις την εναλλακτική να έρθει μέσα από αυτό. Και σημαίνει να είσαι έτοιμος για τη ρήξη και να έχεις το κουράγιο της ανοικοδόμησης. Το να βρεθεί μια διεθνώς αποδεκτή λύση που θα βάλει τέλος στην de facto διαίρεση της Κύπρου θα ήταν η αρχή ενός νέου κεφαλαίου για τον αγώνα και την αντίσταση στην Κύπρο. Θα υπάρξει ίσως χάος, θα πληρώσουμε ίσως μεγάλο τίμημα αλλά μετά θα έχουμε μεγαλύτερες δυνατότητες να ρισκάρουμε, να ενωθούμε, να σπάσουμε τα δεσμά!


* Η Ράχμε Βεζίρογλου είναι Τουρκοκύπρια κοινωνιολόγος, ακτιβίστρια και παραγωγός ντοκιμαντέρ και ζει στην Κύπρο. Παρακάτω ένα ντοκυμαντέρ («Sharing an island», για την κατάσταση στη Βόρεια και Νότια Κύπρο), στην παραγωγή του οποίου η Ράχμε συμμετείχε ως κοινωνιολόγος:
www.toperiodiko.g

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου