http://www.enet.gr
Η πεποίθηση αυτή μάλιστα πήρε σάρκα και οστά όταν οι αριστερές δυνάμεις κατάφεραν να αναβάλουν τις εκλογές ώστε να προετοιμαστούν καλύτερα αλλά και όταν κατάφεραν να θεσπίσουν νέο εκλογικό νόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, που στόχευε στον περιορισμό των ισλαμιστών. Και όμως τα αποτελέσματα των εκλογών απέδειξαν ότι οι ισλαμιστές ήταν πολύ μπροστά επικοινωνιακά από όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και έτσι νίκησαν.
Η εικόνα του «κυνηγημένου» είναι γοητευτική. Οι ισλαμιστές έκαναν το παν για να την κρατήσουν μετά την ανατροπή του Μπεν Αλι και οι άλλοι τούς τη χάρισαν γενναιόδωρα. Αυτό τους άνοιξε την αγκαλιά των πολιτών. Ηταν κυρίαρχο στην τυνησιακή κοινωνία ότι ο φιλοδυτικός δικτάτορας Μπεν Αλι είχε βάλει στο στόχαστρό του περισσότερο τους ισλαμιστές και λιγότερο τους κοσμικούς και μετριοπαθείς. Οι πολίτες μάλιστα έβλεπαν μέσα από τις μικρές χαραμάδες που άφηνε ο Μπεν Αλι τις απόψεις τους. Ηταν μια προσχεδιασμένη από δυτικές χώρες και εταιρείες επικοινωνιακή πολιτική, στο πλαίσιο του πολέμου κατά της «ισλαμικής τρομοκρατίας». Μερικοί γραφιάδες της μετριοπαθούς Αριστεράς στην Τυνησία και στον αραβικό κόσμο πίστευαν ότι έτσι τους παρουσιαζόταν η ιστορική ευκαιρία να καλύψουν τα κενά που θα άφηναν οι «κυνηγημένοι» από το καθεστώς ισλαμιστές. Σήκωσαν και αυτοί τα λάβαρα του «αντιτρομοκρατικού πολέμου». Χιλιάδες άρθρα γράφτηκαν από μετριοπαθείς αριστερούς εναντίον των ισλαμιστών. Ακόμα και τώρα, μετά τις εκλογές και τη νίκη των ισλαμιστών, οι ίδιοι ασχολούνται περισσότερο όχι με τα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά προβλήματα στην Τυνησία, αλλά με το αν θα απαγορεύσουν ή όχι το μπικίνι στις παραλίες.
Κόμματα της Αριστεράς υιοθέτησαν θεσμικές και επικοινωνιακές τακτικές της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Εντάχθηκαν σε νέους θεσμούς και επιτροπές που δημιούργησε η μεταβατική κυβέρνηση με το σκεπτικό να ελέγχουν και να ρυθμίζουν το νέο πολιτικό σύστημα, όπως η Ανεξάρτητη Αρχή για τις εκλογές, πρόεδρος της οποίας ήταν ο γνωστός εξόριστος αγωνιστής της Αριστεράς Kamel Jendoubi. Ο οποίος αμέσως μετά την επιστροφή ανέλαβε την προεδρία της, με αποτέλεσμα να απέχει από κάθε πολιτική και ιδεολογική μάχη. Ενώ ο αρχηγός των ισλαμιστών Αλ-Γανούσι, αμέσως μετά την επιστροφή του, εκστράτευσε σε όλες τις πόλεις και χωριά, μίλησε και άκουσε από κοντά τους πολίτες. Στην Αρχή αυτή και σε μια άλλη επιτροπή, την Ανώτατη Επιτροπή Πολιτικής Μεταρρύθμισης, είχαν ισχυρή, την ισχυρότερη θα λέγαμε, παρουσία οι αριστεροί, καθώς στελέχη της είχαν στην εξορία και την παρανομία μεγάλη ιστορία αγώνων πολιτικής και ιδεολογικής δράσης. Εντάχθηκαν στις δύο επιτροπές, για να αποκτήσουν τόσο οι επιτροπές όσο και οι ίδιοι κύρος και αξιοπιστία, και τα απέκτησαν, αλλά εκεί σπατάλησαν τεράστιες δυνάμεις και άπειρο χρόνο πάνω σε πολιτικά, συνταγματικά, νομικά και εκλογικά θέματα.
Και το μεγαλύτερο λάθος των περισσότερων αριστερών ήταν στο πεδίο της επικοινωνιακής πολιτικής. Κατέκλυσαν όλα τα παράθυρα και τις εκπομπές των κρατικών και ιδιωτικών καναλιών, πιστεύοντας πως θα τους δινόταν το περιθώριο να μιλήσουν για τις ιδεολογικοπολιτικές απόψεις τους και θα εξηγούσαν τα προγράμματά τους. Αντ' αυτού εγκλωβίστηκαν σε κουραστικές, βαρετές νομικές και θεσμικές λεπτομέρειες και έτσι ο κόσμος έστρεψε τα μάτια αλλού. Για έναν ακόμα λόγο οι πολίτες δεν παρακολούθησαν τις εκπομπές γιατί τα κανάλια αυτά, κρατικά και ιδιωτικά, είχαν στιγματιστεί για τον ρόλο τους κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και συνέχισαν να λειτουργούν με σχεδόν τα ίδια πρόσωπα και πακέτα ενημέρωσης του παλιού καθεστώτος.
Οι ισλαμιστές, από την άλλη, είχαν «διαβάσει» καλά την κοινωνία και τον παλμό της και είχαν διαγνώσει τις παθήσεις του συστήματος και είχαν την κατάλληλη θεραπεία. Πρώτα από όλα μόλις ήρθαν από την εξορία και βγήκαν από τις φυλακές και την παρανομία, απευθύνθηκαν στους πολίτες, στις συνοικίες όπου ζούσε και σύχναζε ο κόσμος, και δεν έδιναν μεγάλο βάρος σε θεσμούς και επιτροπές. Οι εμφανίσεις τους στα κανάλια ήταν ελάχιστες για δυο λόγους: ήταν ανεπιθύμητοι από πολλούς παρουσιαστές και καναλάρχες που ήθελαν να διατηρήσουν τον κοσμικό χαρακτήρα των ΜΜΕ, και οι ισλαμιστές δεν άσκησαν, αν και μπορούσαν, πιέσεις για να εμφανίζονται. Γιατί είχαν διαγνώσει την απέχθεια που έτρεφαν οι πολίτες στα συγκεκριμένα ΜΜΕ.
Οι ισλαμιστές όμως επικράτησαν στο Διαδίκτυο και ειδικά στις νέες μορφές κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί σύχναζαν νέοι, άνεργοι, μαθητές και φοιτητές. Στον κόσμο είχε επικρατήσει ότι το Διαδίκτυο συνέβαλε αποφασιστικά στην ανατροπή του δικτάτορα και έτσι, όταν πια ήταν ελεύθερη η πρόσβαση, οι περισσότεροι πολίτες το επέλεξαν ως μέσο έκφρασης, συζήτησης και διαμαρτυρίας ακόμα και ως μέσο οργάνωσης. Εκεί ήταν όπου οι ισλαμιστές ανέπτυξαν γρήγορα τεράστιο δίκτυο ενημέρωσης και προπαγάνδας για τις θέσεις τους και τη δράση τους.
Μετά τη νίκη της εξέγερσης των ανέργων στην Τυνησία, στις 14 Ιανουαρίου του 2011, πολλοί πείστηκαν ότι το έντονο αυτό κοινωνικό περιεχόμενό της θα έφερνε τις δυνάμεις της Αριστεράς στον πυρήνα του πολιτικού αγώνα μετά την ανατροπή της δικτατορίας.
Η πεποίθηση αυτή μάλιστα πήρε σάρκα και οστά όταν οι αριστερές δυνάμεις κατάφεραν να αναβάλουν τις εκλογές ώστε να προετοιμαστούν καλύτερα αλλά και όταν κατάφεραν να θεσπίσουν νέο εκλογικό νόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, που στόχευε στον περιορισμό των ισλαμιστών. Και όμως τα αποτελέσματα των εκλογών απέδειξαν ότι οι ισλαμιστές ήταν πολύ μπροστά επικοινωνιακά από όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς και έτσι νίκησαν.
Η εικόνα του «κυνηγημένου» είναι γοητευτική. Οι ισλαμιστές έκαναν το παν για να την κρατήσουν μετά την ανατροπή του Μπεν Αλι και οι άλλοι τούς τη χάρισαν γενναιόδωρα. Αυτό τους άνοιξε την αγκαλιά των πολιτών. Ηταν κυρίαρχο στην τυνησιακή κοινωνία ότι ο φιλοδυτικός δικτάτορας Μπεν Αλι είχε βάλει στο στόχαστρό του περισσότερο τους ισλαμιστές και λιγότερο τους κοσμικούς και μετριοπαθείς. Οι πολίτες μάλιστα έβλεπαν μέσα από τις μικρές χαραμάδες που άφηνε ο Μπεν Αλι τις απόψεις τους. Ηταν μια προσχεδιασμένη από δυτικές χώρες και εταιρείες επικοινωνιακή πολιτική, στο πλαίσιο του πολέμου κατά της «ισλαμικής τρομοκρατίας». Μερικοί γραφιάδες της μετριοπαθούς Αριστεράς στην Τυνησία και στον αραβικό κόσμο πίστευαν ότι έτσι τους παρουσιαζόταν η ιστορική ευκαιρία να καλύψουν τα κενά που θα άφηναν οι «κυνηγημένοι» από το καθεστώς ισλαμιστές. Σήκωσαν και αυτοί τα λάβαρα του «αντιτρομοκρατικού πολέμου». Χιλιάδες άρθρα γράφτηκαν από μετριοπαθείς αριστερούς εναντίον των ισλαμιστών. Ακόμα και τώρα, μετά τις εκλογές και τη νίκη των ισλαμιστών, οι ίδιοι ασχολούνται περισσότερο όχι με τα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά προβλήματα στην Τυνησία, αλλά με το αν θα απαγορεύσουν ή όχι το μπικίνι στις παραλίες.
Κόμματα της Αριστεράς υιοθέτησαν θεσμικές και επικοινωνιακές τακτικές της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Εντάχθηκαν σε νέους θεσμούς και επιτροπές που δημιούργησε η μεταβατική κυβέρνηση με το σκεπτικό να ελέγχουν και να ρυθμίζουν το νέο πολιτικό σύστημα, όπως η Ανεξάρτητη Αρχή για τις εκλογές, πρόεδρος της οποίας ήταν ο γνωστός εξόριστος αγωνιστής της Αριστεράς Kamel Jendoubi. Ο οποίος αμέσως μετά την επιστροφή ανέλαβε την προεδρία της, με αποτέλεσμα να απέχει από κάθε πολιτική και ιδεολογική μάχη. Ενώ ο αρχηγός των ισλαμιστών Αλ-Γανούσι, αμέσως μετά την επιστροφή του, εκστράτευσε σε όλες τις πόλεις και χωριά, μίλησε και άκουσε από κοντά τους πολίτες. Στην Αρχή αυτή και σε μια άλλη επιτροπή, την Ανώτατη Επιτροπή Πολιτικής Μεταρρύθμισης, είχαν ισχυρή, την ισχυρότερη θα λέγαμε, παρουσία οι αριστεροί, καθώς στελέχη της είχαν στην εξορία και την παρανομία μεγάλη ιστορία αγώνων πολιτικής και ιδεολογικής δράσης. Εντάχθηκαν στις δύο επιτροπές, για να αποκτήσουν τόσο οι επιτροπές όσο και οι ίδιοι κύρος και αξιοπιστία, και τα απέκτησαν, αλλά εκεί σπατάλησαν τεράστιες δυνάμεις και άπειρο χρόνο πάνω σε πολιτικά, συνταγματικά, νομικά και εκλογικά θέματα.
Και το μεγαλύτερο λάθος των περισσότερων αριστερών ήταν στο πεδίο της επικοινωνιακής πολιτικής. Κατέκλυσαν όλα τα παράθυρα και τις εκπομπές των κρατικών και ιδιωτικών καναλιών, πιστεύοντας πως θα τους δινόταν το περιθώριο να μιλήσουν για τις ιδεολογικοπολιτικές απόψεις τους και θα εξηγούσαν τα προγράμματά τους. Αντ' αυτού εγκλωβίστηκαν σε κουραστικές, βαρετές νομικές και θεσμικές λεπτομέρειες και έτσι ο κόσμος έστρεψε τα μάτια αλλού. Για έναν ακόμα λόγο οι πολίτες δεν παρακολούθησαν τις εκπομπές γιατί τα κανάλια αυτά, κρατικά και ιδιωτικά, είχαν στιγματιστεί για τον ρόλο τους κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και συνέχισαν να λειτουργούν με σχεδόν τα ίδια πρόσωπα και πακέτα ενημέρωσης του παλιού καθεστώτος.
Οι ισλαμιστές, από την άλλη, είχαν «διαβάσει» καλά την κοινωνία και τον παλμό της και είχαν διαγνώσει τις παθήσεις του συστήματος και είχαν την κατάλληλη θεραπεία. Πρώτα από όλα μόλις ήρθαν από την εξορία και βγήκαν από τις φυλακές και την παρανομία, απευθύνθηκαν στους πολίτες, στις συνοικίες όπου ζούσε και σύχναζε ο κόσμος, και δεν έδιναν μεγάλο βάρος σε θεσμούς και επιτροπές. Οι εμφανίσεις τους στα κανάλια ήταν ελάχιστες για δυο λόγους: ήταν ανεπιθύμητοι από πολλούς παρουσιαστές και καναλάρχες που ήθελαν να διατηρήσουν τον κοσμικό χαρακτήρα των ΜΜΕ, και οι ισλαμιστές δεν άσκησαν, αν και μπορούσαν, πιέσεις για να εμφανίζονται. Γιατί είχαν διαγνώσει την απέχθεια που έτρεφαν οι πολίτες στα συγκεκριμένα ΜΜΕ.
Οι ισλαμιστές όμως επικράτησαν στο Διαδίκτυο και ειδικά στις νέες μορφές κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί σύχναζαν νέοι, άνεργοι, μαθητές και φοιτητές. Στον κόσμο είχε επικρατήσει ότι το Διαδίκτυο συνέβαλε αποφασιστικά στην ανατροπή του δικτάτορα και έτσι, όταν πια ήταν ελεύθερη η πρόσβαση, οι περισσότεροι πολίτες το επέλεξαν ως μέσο έκφρασης, συζήτησης και διαμαρτυρίας ακόμα και ως μέσο οργάνωσης. Εκεί ήταν όπου οι ισλαμιστές ανέπτυξαν γρήγορα τεράστιο δίκτυο ενημέρωσης και προπαγάνδας για τις θέσεις τους και τη δράση τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου