Ο πόλεμος της Ουκρανίας ξαναζωντανεύει τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Απέναντι σ’ ένα τόσο στυγνό ηγέτη όπως ο Βλάντιμιρ Πούτιν και υπό την ηγεσία ενός Δημοκρατικού προέδρου, ακόμα και η Αριστερά ασπάζεται τον ιμπεριαλισμό.
Γράφει ο
Serge Halimi
Η συνύπαρξη μιας Γερουσίας που ελέγχεται από τους Δημοκρατικούς και μιας Βουλής των Αντιπροσώπων όπου οι Ρεπουμπλικανοί θα έχουν την πλειοψηφία δεν θα ανατρέψει την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. Μπορεί ακόμη και να αποκαλύψει, σε όσους δεν την γνώριζαν, μια σύγκλιση μεταξύ του νεοσυντηρητικού μιλιταρισμού των περισσότερων εκλεγμένων Ρεπουμπλικανών και του ηθικού νεοϊμπεριαλισμού ενός αυξανόμενου αριθμού Δημοκρατικών.
Το ζήτημα δεν είναι καινούργιο. Το 1917, ο Δημοκρατικός Πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον ενέπλεξε τη χώρα του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που χαρακτηριζόταν από ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, ισχυριζόμενος ότι έτσι σκοπεύει «να διασφαλίσει τη δημοκρατία στη γη». Κάτι που δεν τον εμπόδιζε να συμπαθεί ταυτόχρονα την Κου Κλουξ Κλαν. Αργότερα, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλον στον Λευκό Οίκο για να υπερασπιστούν τον «ελεύθερο κόσμο» ενάντια στον αθεϊστικό κομμουνισμό, την «αυτοκρατορία του Κακού». Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, έρχεται η ώρα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», ο οποίος, σύμφωνα με τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους τον νεώτερο, εγγυάται τον τερματισμό «της τυραννίας στον κόσμο».
Κορέα, Βιετνάμ, Αφγανιστάν, Ιράκ: αυτές οι δημοκρατικές σταυροφορίες προκαλούν πολλά εκατομμύρια θύματα, συνοδεύονται από τον περιορισμό των ατομικών ελευθεριών (Μακαρθισμός, δίωξη μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος) και συνδέουν την Ουάσιγκτον με αυταρχικούς εγκληματίες. Από τη στιγμή που ανήκουν στο αμερικανικό στρατόπεδο, κανένας από αυτούς, ούτε ο στρατηγός Σουχάρτο στην Ινδονησία ούτε το καθεστώς του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική ούτε ο Αουγκούστο Πινοσέτ στη Χιλή, δεν θα χάσει την εξουσία (ούτε τη ζωή του) εξαιτίας μιας δυτικής στρατιωτικής επέμβασης.
Η παρουσία ενός Δημοκρατικού στον Λευκό Οίκο τείνει να διευκολύνει το καμουφλάρισμα του ιμπεριαλιστικού ηγεμονισμού σε μάχη για τη δημοκρατία. Ακόμη και αντιμέτωπη με έναν αντίπαλο τόσο απεχθή όσο ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, η φιλοατλαντική Αριστερά αναμφίβολα θα δίσταζε να κινητοποιήσει τους οπαδούς της πίσω από τον Ρίτσαρντ Νίξον, τον νεώτερο Τζορτζ Μπους ή τον Ντόναλντ Τραμπ. Στην εποχή της, η γαλλική αποικιοκρατία είχε επίσης παρουσιαστεί ως η ολοκλήρωση μιας εκπολιτιστικής αποστολής εμπνευσμένης από τον Διαφωτισμό, κάτι που της χάρισε την υποστήριξη μέρους της προοδευτικής διανόησης. Από εδώ και πέρα, ο αγώνας ενάντια στον ρωσικό, τον ιρανικό και τον κινεζικό δεσποτισμό επιτρέπει στη Δύση να επανεξοπλιστεί ηθικά (1).
Στις 24 Οκτωβρίου, μια επιστολή τριάντα Δημοκρατικών βουλευτών επαίνεσε την ουκρανική πολιτική του προέδρου Τζο Μπάιντεν, καλώντας ταυτόχρονα σε διαπραγματεύσεις για την λήξη του πολέμου. Αυτή η μάλλον κοινότοπη έκκληση προκάλεσε μια τέτοια πολεμοχαρή αναταραχή στο Twitter ώστε οι περισσότεροι από τους θαρραλέους υπογράφοντες ανέκρουσαν πρύμναν άμεσα. Ένας από αυτούς, ο Τζέιμι Ράσκιν, έδειξε τη δεξιοτεχνία του στην άσκηση της γενικευμένης ισοπέδωσης που χαρακτηρίζει τις περιόδους πνευματικού εκφοβισμού: «Η Μόσχα είναι το παγκόσμιο κέντρο του αντιφεμινιστικού, του ομοφοβικού, του αντι-τρανς μίσους και το καταφύγιο της θεωρίας της “μεγάλης αντικατάστασης”. Υποστηρίζοντας την Ουκρανία, αντιτιθέμεθα σε αυτές τις φασιστικές αντιλήψεις». Παρ’ όλο που από την εξίσωση λείπει η καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ένας τόσο παραπλανητικός επαναπροσδιορισμός των αμερικανικών πολεμικών στόχων αποτελεί το επιδέξιο έργο της επερχόμενης ιμπεριαλιστικής Αριστεράς.
Serge Halimi
Διευθυντής της “Le Monde diplomatique”
Βάλια Καϊμάκη
(1) Βλ. Christopher Mott, «Woke imperium: The coming confluence between social justice & neoconservatism», The Institute for Peace & Diplomacy, Τορόντο, Ιούνιος 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου