Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Ο Αρτέμης ο Λέλεκας… (απόσπασμα)

Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα
(Απόσπασμα)
………………
Όρμισε το κορίτσι πάνω στο σώμα του λατρευτού της γονάτισε κι έσμιξε τα χέρια της μπρος στο στήθος της, άρχισε το πανοκόρμι να λυγίζει μέχρι που ακούμπησε το κεφάλι της στο δικό του το καταματωμένο, ύστερα ξεκίνησε κείνο το σκούξιμο που το επαναλάμβανε μέχρι που δεν μπορούσε κανείς ν’ ακούει χωρίς να κλαίει, ακόμα και κάποιες απ’ τις γυναίκες του «κύκλου» του Παπακατσίκα σα να λησμόνησαν τι είχαν κάνει νωρίτερα και ξεκίνησαν κι αυτές το μοιρολόι μαζί με τις άλλες τις δικές του, ένας ολοφυρμός που κανείς δε θυμότανε να ‘χε ακουστεί στο χωριό και τα γύρω μέρη.

 Αναγνώρισαν όμως σαν κάτοχοι από πάντα οι άνθρωποι το θρήνο που τον φυλάνε βαθειά μέσα τους οι γυναίκες κι όλα τα θηλυκά ζώα του κόσμου τούτου και τους βγαίνει σαν χάνεται γέννημα δικό τους και τότε μαθαίνουν πως κρύβεται αυτή η κραυγή για ό,τι προέρχεται απ’ τις ίδιες κι όχι μόνον για το δικό τους το χαμένο πλάσμα αλλά και των άλλων μανάδων, γιατί μόνον αυτές ξέρουν κι έχουν απ’ τη φύση το χάρισμα και να γεννούν και να πενθούν μ’ αυτόν τον τρόπο για του κορμιού τους το βλαστάρι, είτε γυναίκα είναι ή άλλη θηλυκιά ύπαρξη απ’ τα λοιπά τα όντα της γης, γιατί όλες είναι μανάδες κι αυτές μονάχα ξέρουν!
Ακουγόταν κι ένα βουητό που όλο υψωνόταν, δεν ήταν ακριβώς ήχος που τον γνώριζαν, κάτι άγνωστο και φοβερό εκτυλισσόταν και τότε το ανατρίχιασμα κι ο θρήνος μετατράπηκε σε τρόμο, το βουητό που όλοι κατάλαβαν πως ανήκε σ’ άλλους που δεν μπορούσαν να δουν, ενώθηκε με τον ολολυγμό, ήταν τόσο καθαρή η συμπυκνωμένη οργή, η κατηγόρια, η απειλή αντάμα, όλα μαζί σε μια μακρόσυρτη κραυγή, από μονιασμένες κι αμόνιαγες υπάρξεις να συντηρούν την τραγωδία καλύπτοντας το χώρο της ορχήστρας κι ακόμα παραέξω, συμμέτοχοι στο δράμα υπεύθυνοι κι ανεύθυνοι, φίλοι πολλοί κι εχθροί λιγότεροι….
Κανείς από τους πρόθυμους φονιάδες δεν έδωσε στον εαυτό του την ικανοποίηση, πως η δικιά του βολή ήταν εκείνη που έσβησε κάθε ελπίδα στον Αρτέμη να παίξει το ρόλο που του ‘χε η φύση αναθέσει… τη σκότωσαν αυτήν την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο για κάθε ζωντανό…
Άκουγε ο θαυμαστός νέος στο τέλεμά του τους ίδιους ήχους σαν έτρεχε στο δάσος ξέχωρα απ’ τους υπόλοιπους, είναι τυχερός όποιος διακρίνει το τραγούδι της φύσης, που άδουν κεφάτοι οι κάτοικοί του ζώα κάθε είδους, ψάρια των χειμάρρων, κοπάδια με τα κουδούνια τους, πουλιά στο κελάηδημα, φυτά και δέντρα και λουλούδια ανθισμένα και μη στην κίνησή τους απ’ τον άνεμο, ξυλοκόποι και διερχόμενοι, από ήχους μακρινούς και κοντινούς που συνθέτουν κάθε στιγμή τον συλλογικό μοναδικό παλμό της γης, των νερών και του αέρα μαζί μ’ ότι επιβιώνει και χαίρεται σ’ αυτήν… πολύ τυχερός όποιος ακούει το τραγούδι τούτο κι ακόμα πιο τυχερός όποιος το ‘χει στη μνήμη του!!
……………………………….

Ιουλίου 1, 2013
Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα
(Νίκος Μοσχοβάκος)
«Καταρχήν οι συγκυρίες των τελευταίων ημερών και τα γεγονότα, νομίζω ότι υπερβαίνουν οποιαδήποτε συγγραφική φαντασία. Ωστόσο εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να μιλήσουμε για ένα μυθιστόρημα, ένα ωραίο μυθιστόρημα που έχει γράψει ο φίλος μου ο Αντώνης ο Κακαράς, ο οποίος είναι ιδιαίτερης και αυξημένης κοινωνικής ευαισθησίας.
Ένα ηφαίστειο εκρήγνυται μέσα στον Κακαρά κι εκείνος υπομονετικά από την λάβα του φτιάχνει της γραφής του τα έργα. Απ’ ότι φαίνεται μάλιστα, είναι διαρκώς σ’ ενέργεια το ηφαίστειο. Έτσι έχουμε μια ασίγαστη παραγωγή. Η όποια αποτίμησή της είναι σίγουρο ότι θα γίνει στο χρόνο.
Ένα όμως είναι βέβαιο σήμερα. Ο συγγραφέας μάς καταθέτει την αλήθεια του. Όποιος μάλιστα έχει την τύχη να τον γνωρίζει, διαπιστώνει μ’ ευκολία και την ειλικρίνεια αλλά και την αγωνία του. Λέω αγωνία, γιατί πιστεύω ότι είναι απαραίτητο υλικό έκφρασης και δημιουργίας.
Θα ήθελα να πω ότι, όσον αφορά τα υφολογικά στοιχεία του γραψίματός του, πραγματικά με κάλυψαν και ο κύριος Στοφορόπουλος αλλά και η κυρία Λιάνα Κανέλλη που έφυγε. Είπαν πράγματα τα οποία ήταν εύστοχα και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν αυτά. Παραλείπω ορισμένα πράγματα γιατί πράγματι έδειξαν ότι πρόσεξαν ιδιαίτερα όλα τα υφολογικά στοιχεία και τα στοιχεία στίξης και τα λοιπά που αναφέρθηκαν.
Η ανάγνωση του μυθιστορήματος, για το συγκεκριμένο που μιλάω εγώ, με τον πολύ εύστοχο και συμβολικό τίτλο ‘Ο Αρτέμης ο Λέλεκας ανάμεσα σε ανθρώπους και άλλα ζώα’, ξεναγεί σε μιαν άλλη όψη του ίδιου κόσμου που βιώνουμε καθημερινά. Άλλοτε μ’ έναν ανεπαίσθητο κι άλλοτε με ένα βαθύτερης τομής χιούμορ, διαφεντεύει και παρακολουθεί τη δράση των ηρώων του.
Σου δίνει την εντύπωση ότι απομαγνητοφωνεί τις μαρτυρίες μιας ολόκληρης ζωής, που μοιραία κουβαλά μέσα του και θέλει να μας κάνει κοινωνούς.
Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σ’ ένα κεφαλοχώρι της ελληνικής επαρχίας, που ο ίδιος το ονομάζει με τη χαρακτηριστική ονομασία «Μεγαλοχώρι». Σημειωτέο ότι ψάχνοντας να βρω πόσα Μεγαλοχώρια υπάρχουν στην Ελλάδα, διαπίστωσα ότι υπάρχουν έξι. Και όταν το είπα πριν από λίγο στον Αντώνη μου είπε ότι δεν ήτανε κανένα από τα έξι, ήταν το δικό του Μεγαλοχώρι, το οποίο ας το κρατήσει μυστικό, είναι το Μεγαλοχώρι του μυθιστορήματός του.
Η δράση χρονικά πραγματοποιείται κυρίως μετά το 1944, που ίσως είναι και η χρονολογία γέννησης του Αρτέμη. Συνομήλικος του συγγραφέα δηλαδή. Ο Αρτέμης είναι ένα ιδιαίτερης συμπεριφοράς και κοσμοθεωρίας πρόσωπο.
Ο Κακαράς με μια χαρακτηριστική φράση δίνει την ταυτότητα του ήρωα και καλύτερα να την δώσει ο ίδιος «Ο Αρτέμης ο Λέλεκας είχε το χάρισμα να γνωρίζει τη θέση του μεταξύ των άλλων ζώων.» Ξέρετε πόσο δύσκολο πράγμα είναι αυτό; «Ξέρει τα μυστικά των ζώων και των ανθρώπων». Αυτό δα αν είναι και πολύ δύσκολο. Είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για ένα χαρισματικό άτομο και λόγω της κατασκευής του, μακριά άκρα και λαιμό, τον αποκαλούν Λέλεκα.
Ήρθε σ’ έναν κόσμο δεδομένο. Θυμάμαι σ’ αυτό το σημείο τους εξαιρετικούς στίχους του πολύ σπουδαίου – που δεν έχει την θέση που του πρέπει – ποιητή Γ.Θ. Βαφόπουλου. Είναι από το ποίημά του το Δάπεδο και λέει ο Βαφόπουλος : Άσπρα και μαύρα πλακάκια σ’ εναλλασσόμενη τάξη την επαφή των βημάτων μου δέχονται. Στο διορισμένο μου δάπεδο τούτο παίζω σαν ένα παιδί προσπαθώντας μοναχά τις λευκές να πατώ επιφάνειες. Δύσκολη άσκηση ακροβασία περίτεχνη… Και σταματώ σε αυτό το απόσπασμα για να μην σας απογοητεύσω εν συνεχεία.
Αυτό ακριβώς κάνει και ο Αρτέμης του Κακαρά, σε όλη την διάρκεια της ζωής του, εξασκείται στην περίτεχνη ακροβασία. Μέσα στην αποκοτιά και την ιδιαιτερότητά του εμπεριέχεται μεταξύ των άλλων η ικανότητα να επικοινωνεί, πολλές φορές να θεραπεύει και οπωσδήποτε να συμβιώνει αρμονικά με τα ζώα. Κάθε είδους. Πουλιά, κατσίκια, λαγούς, αγριογούρουνα, κοκόρια, κότες, φίδια, ακόμα και ψείρες. Είναι απόλυτα εναρμονισμένος με τον φυσικό κόσμο.
Οι δυσκολίες του εντοπίζονται σε σχέση με τον κοινωνικό του περίγυρο. Φαρισαίοι και έκδηλα υποκριτές αλλά και ταπεινοί και καταφρονημένοι, ρέουν μέσα στον χρόνο και τον χώρο που βρέθηκαν, μ’ αδυναμίες, κουτοπονηριές, τεχνάσματα, συμφεροντολογικές συμπεριφορές, αλλά και μικρά παιχνίδια εξουσίας. Όσο τους παίρνει, διαμορφώνουν το απεχθέστατο κοινωνικό τοπίο του Μεγαλοχωρίου.
Το απεχθέστατο κοινωνικό τοπίο των ημερών μας. Στο βιβλίο διεξοδικά προσφέρονται οι μικρές και πιο μεγάλες ιστορίες του καθένα ξεχωριστά. Και συμβολίζουν, καθώς διαπλέκονται όλα τα σπουδαία που γίνονται κάθε μέρα τριγύρω στον μεγάλο προβεβλημένο καθημερινό μας κόσμο.
Ο Αρτέμης ο Λέλεκας όμως αισθάνεται πολύ άνετα ανάμεσα στα ζώα. Δεν απαιτείται παρά μόνο μια φυσική αβίαστη έκφραση, για να συμβιώσει ανάμεσά τους.
Με την αγέλη των ανθρώπων υπάρχουν οι δυσκολίες. Τους αντιμετωπίζει με την πανοπλία της αγάπης και της προσφοράς.
Έχει μια μοναδική αίσθηση της φυσικής δικαιοσύνης. Αυτό όμως είναι ενοχλητικό. Τον σημαδεύει, τον εκθέτει, τον κάνει αποδιοπομπαίο. Έτσι το τέλος του είναι περίπου αναμενόμενο. Είναι το τέλος του κάθε επαναστάτη, του κάθε μεταρρυθμιστή, του κάθε αγωνιστή, του κάθε χαρισματικού.
Η υπεροχή του είναι τελικά βάση μομφής και κατηγορίας. Ποιος την στοιχειοθετεί, την διακηρύσσει και την απευθύνει; Μα φυσικά ο ένας απ’ τους δύο παπάδες του χωριού, ο «γνήσιος» εκπρόσωπος του Θεού στο Μεγαλοχώρι. Ο Παπακατσίκας, όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούν. Έτσι οδηγείται στο ανάθεμα και το λιθοβολισμό, ακόμα κι απ’ αυτούς που ευεργέτησε.
Το «προσήκον» τέλος του Αρτέμη όμως είναι μια παροδική απογοήτευση του αναγνώστη. Γιατί πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει το φάντασμά του. Υπάρχει η διαιώνιση της ελπίδας πως κάτι θ’ αλλάξει. Ο απόηχος κάθε επαναστατικής συμπεριφοράς είναι το μέλλον της ανθρώπινης ιστορίας.
Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος στο βιβλίο μεταξύ των αγαπημένων και σε άλλα βιβλία του συγγραφέα, γάτας και βατράχου: «Και λέει κατσούφικα η γάτα στη συχνή πια συντροφιάς της στο βάτραχο…» τί συχνή…, αυτή είναι αιώνια συντροφιά, στα βιβλία του η γάτα και ο βάτραχος πάντα έχουν διαλόγους, «…ρε συ μου φαίνεται πως βρισκόμαστε λίγο πριν απ’ το τέλος των ανθρώπων. Τι θα κάνουμε χωρίς αυτούς, μου λες εσύ που μου ‘μαθες κιόλας να μιλάς; Κι εκείνος χωρίς να δείχνει ικανοποιημένος για την παραδοχή της φίλης του, απάντησε μάλλον μελαγχολικά. Δεν είμαστε προ του τέλους των ανθρώπων αγαπητή μου, απλά αυτοί βαρέθηκαν ο ένας τον άλλον κι όλοι μαζί τον πλανήτη μας, και ξέρεις κάτι, συμπλήρωσε με εμβρίθεια, τέτοιοι που είναι, ίσως να ‘μαστε καλύτερα χωρίς αυτούς…»
Λέτε να λένε αυτά τα ζώα; Ο Κακαράς έτσι τα βλέπει. Δεν υπάρχει χρόνος για να επισημανθούν κάποιες πολύ ωραίες σελίδες του μυθιστορήματος, όπως παραδείγματος χάρη το μεγαλοπρεπές κουτσούλισμα των επισήμων από τα περιστέρια στην παρέλαση του Μεγαλοχωρίου.
Γίνεται η παρέλαση του Μεγαλοχωρίου και εκ θαύματος τα περιστέρια κουτσουλάνε πάνω από τους επίσημους και τους βρωμίζουνε. Και βέβαια γι’ αυτά φταίει ο Αρτέμης, ποιος άλλος φταίει; Αυτός είχε τις ικανότητες να κάνει αυτά τα πράγματα!
Οι περιγραφές του Κακαρά έχουν μια δήθεν ανώδυνη θεώρηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι εμποτισμένες με την ένοχη δράση και την αμαρτωλή συμπεριφορά των ηρώων του. Οι εκ πρώτης όψεως βατοί προβληματισμοί του κρύβουν στο βάθος τους μια ανήσυχη φιλοσοφική αφετηρία.
Για να δίνει το μέτρο των πραγματικών και των ενεργειών των δρώντων στο βιβλίο του, δεν παραλείπει να αναφέρεται συχνά ή αραιότερα στους αγαπημένους του μονίμως παρόντες στα γραφτά του Παχώμιο, Γρίβα, βάτραχο και γάτα που προαναφέραμε, ακόμα και σε μένα και το χωριό μου, που έχει μεγάλο πρόβλημα με την βόσκηση των ισχνών αγελάδων που καταστρέφουν τα πάντα. Αυτά όλα τα βάζει στο βιβλίο του σαν μέτρο σύγκρισης.
Τόσο οικείος είναι ο συγγραφέας και αυτά που αναφέρει τόσο καταληπτά απ’ όλους τους φίλους και γνωστούς του. Για τους υπόλοιπους αναγνώστες όλα αυτά εντάσσονται στην μυθιστορηματική του αφήγηση που θα την παρακολουθήσουν μ’ ανάλογο, είμαι σίγουρος, ενδιαφέρον.
Γιατί ο Κακαράς πάνω απ’ όλα είναι, όπως είπα στην αρχή, κοινωνικά ευαίσθητος, ειλικρινής, είναι τίμιος, ντόμπρος και το έχει αποδείξει στην ζωή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου