Παρασκευή 25 Μαρτίου 2022

Ανάλυση: Ρωσία και Ουκρανία «ξέμειναν» από στρατιωτικές προμήθειες – Τι θα κάνει ο Πούτιν

Οι στρατιωτικές προμήθειες εξαντλήθηκαν και από τις δύο πλευρές, αλλά η Ρωσία διατηρεί το πλεονέκτημα. Η μεν Ρωσία αντιμετωπίζει υλικοτεχνικούς περιορισμούς, η δε Ουκρανία εξαρτάται από την προμήθεια από τη Δύση.
Όπως αναφέρεται σε ανάλυση του Guardian, έχει πλέον περάσει ένας μήνας από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή στην Ουκρανία. Και ήταν τέτοια η ένταση της πρώτης φάσης των μαχών που και οι δύο πλευρές στη σύγκρουση εξαντλούσαν όλο και περισσότερο τα αποθέματά τους σε πυρομαχικά και άλλες στρατιωτικές προμήθειες.

Όμως, ενώ η Ουκρανία ισχυρίζεται ότι οι Ρώσοι έχουν μόνο τρεις ημέρες προμηθειών, ενώ προειδοποιεί ότι τα δικά της στρατεύματα εξαντλούν τα αποθέματα σε αντιαρματικά και αντιαεροπορικά, η πραγματικότητα είναι δύσκολο να αποτιμηθεί.

«Τα ζητήματα ανεφοδιασμού είναι δύσκολο να αποτιμηθούν, καθώς και οι δύο πλευρές κρατούν αυτές τις πληροφορίες ως μυστικό λόγω των επιχειρησιακών ανησυχιών για την ασφάλεια», δήλωσε ο Νικ Ρέινολντς, ειδικός σε χερσαίους πολέμους στο think tank Rusi.

Για την Ουκρανία υπάρχει μια ιδιαίτερη ανησυχία: Δεν διαθέτει τα όπλα που προμήθευσε η Δύση που την βοήθησαν να χτυπήσει άρματα μάχης και αεροπλάνα της Ρωσίας.

Ο στρατός του Κιέβου έχει ζητήσει έναν τεράστιο αριθμό επιπλέον όπλων και πυρομαχικών ενόψει της συνόδου του ΝΑΤΟ σήμερα Πέμπτη (24/3) και έχει εξασφαλίσει τη δέσμευση από τη Βρετανία να στείλει επιπλέον 5.000 πυραύλους.

Είναι επίσης σαφές ότι η Ρωσία υποφέρει από σοβαρούς υλικοτεχνικούς περιορισμούς που την ανάγκασαν να εγκαταλείψει το ξεκάθαρα υπερβολικά αισιόδοξο σχέδιό της να περικυκλώσει ταυτόχρονα το Κίεβο και το Χάρκοβο και να επιτεθεί από τα νότια και τα ανατολικά.

Δυτικοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι έχει χάσει την ικανότητα να πολεμήσει επιθετικά σε πολλούς άξονες, εν μέρει λόγω ζητημάτων ανεφοδιασμού αλλά και λόγω των απωλειών που υπέστη –μεταξύ 7.000 και 10.000– και τώρα απλώς επικεντρώνεται στην προσπάθεια να καταλάβει τη Μαριούπολη με ισχυρούς βομβαρδισμούς.

Μια σημαντική ένδειξη στην κλίμακα των δυσκολιών της Ρωσίας θα είναι εάν η Ουκρανία μπορέσει να κάνει μια αποτελεσματική αντεπίθεση στην περιοχή Irpin, βορειοδυτικά της πρωτεύουσας, στην οποία έχουν γίνει μερικές από τις πιο θανατηφόρες μάχες από την αρχή του πολέμου.

«Εάν οι πρώτες αναφορές για μια ουκρανική αντεπίθεση στην περιοχή Irpin αποδειχθούν ακριβείς, αυτό θα είναι μια βασική ένδειξη ότι τα προβλήματα ανεφοδιασμού της Ρωσίας κατά μήκος του άξονα προέλασης του Κιέβου δεν έχουν επιλυθεί, αν και τα θύματα, το χαμηλό ηθικό και ο κακός επιχειρησιακός συντονισμός επίσης έπαιξαν ρόλο», σημειώνει ο Ρέινολντς.
Το πλεονέκτημα είναι στη Ρωσία

Η επικρατούσα άποψη, ωστόσο, παραμένει ότι το πλεονέκτημα είναι στον επιτιθέμενο. «Η Ρωσία διατηρεί, σε γενικές γραμμές, σημαντικά αποθέματα υλικού και προσωπικού τα οποία μπορεί να αξιοποιήσει», δήλωσε μια δυτική πηγή, η οποία θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της. Αλλά οι γραμμές ανεφοδιασμού είναι περίπλοκες για ορισμένες από τις δυνάμεις εισβολής, ιδιαίτερα εκείνες από τις πιο απομακρυσμένες ανατολικές περιοχές της Ρωσίας.

Το πρόβλημα της Ουκρανίας είναι πιο σοβαρό. Η βιομηχανία όπλων της χώρας ήταν ήδη πολύ μικρότερου μεγέθους από της Ρωσίας και πολλές από τις βιομηχανικές περιοχές της στα ανατολικά έχουν υποστεί σοβαρές ζημιές από τον πόλεμο. Πρόκειται για μία μακροπρόθεσμη ζημιά, η οποία ήταν μάλλον εν μέρει εσκεμμένη.

Το Κίεβο, όσον αφορά το μεγαλύτερο μέρος του βασικού στρατιωτικού υλικού, εξαρτάται πλέον εξ ολοκλήρου από μια τακτική, συνεχή ροή ανεφοδιασμού από τη Δύση για να εξουδετερώσει την ικανότητα της Ρωσίας να συγκεντρώνει άρματα μάχης και αεροπορική δύναμη εναντίον των Ουκρανών. Αλλά τέτοια όπλα υψηλής τεχνολογίας μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν στον πόλεμο πολύ πιο γρήγορα από ό,τι μπορούν να κατασκευαστούν νέα.

Όταν πρόκειται για όπλα και πυρομαχικά, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι μια μεγαλύτερη μάχη είναι προς όφελος της Ρωσίας, εάν το Κρεμλίνο είναι πρόθυμο να συνεχίσει να έχει μεγάλους αριθμούς απωλειών. Δυστυχώς, ο Βλαντιμίρ Πούτιν φαίνεται πρόθυμος να κάνει ακριβώς αυτό, καταλήγει η ανάλυση στον Guardian.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου