Πολλά έχουν ακουστεί και γραφεί τελευταία για τα συστήματα αεράμυνας εγγύς βεληνεκούς (SHORADS) 9K33M2 Osa που αποκτήθηκαν από την πρώην Ανατολική Γερμανία και τα οποία υπηρετούν στον Ελληνικό Στρατό. Είκοσι χρόνια μετά την εισαγωγή του συστήματος σε υπηρεσία ήρθε η ώρα να αποκαλυφθεί το πως ακριβώς έγινε η προμήθεια τους και τα ακριβή γεγονότα.
Τα πρώτα 12 συστήματα 9K33Μ2 Osa-AK (κατά NATO SA-8B Gecko Mod-0 και κατά ρωσική εξαγωγική ονομασία Romb) παραλήφθηκαν από τον Ελληνικό Στρατό το 1993 από τα αποθέματα του Στρατού της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, στο πλαίσιο της διαδικασίας μεταβίβασης πλεονάζοντος υλικού (cascading) που άρχισε να υλοποιείται με την εφαρμογή της συνθήκης μείωσης εξοπλισμών CFE (Convential Forces Europe). Τα συστήματα, συγκρότησαν τρεις πυροβολαρχίες και εντάχθηκαν στην 183 Μοίρα Κατευθυνόμενων Βλημάτων – Osa (183 ΜΚ/Β) που τότε έδρευε στην Κομοτηνή.
Σημειώνεται ότι ο τότε Εθνικός Λαϊκός Στρατός (Nationale Volksarmee – NVA) της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας διατηρούσε σε υπηρεσία 41 συστήματα OSA-AK τα οποία ήταν κατανεμημένα σε δύο συντάγματα αντιαεροπορικού πυραυλικού πυροβολικού:
>το 8ο Σύνταγμα Αντιαεροπορικού Πυραυλικού Πυροβολικού (Fla-Raketen Regiment 8 «Willi Schröder») που έδρευε στο Σβερίν και οργανικά υπαγόταν στην 8 Motorisierte-Schützen-Division (8η Μηχανοκίνητη Μεραρχία Πεζικού).
>το 7ο Σύνταγμα Αντιαεροπορικού Πυραυλικού Πυροβολικού (Fla-Raketen Regiment 7 «Paul Rockstroh») που έδρευε στη Λειψία και οργανικά υπαγόταν στην 7 Panzerdivision (7η Τεθωρακισμένη Μεραρχία).
Κάθε σύνταγμα διέθετε πέντε πυροβολαρχίες που η κάθε μία διέθετε τέσσερις εκτοξευτές του συστήματος OSA-AK (συνολικά 20 εκτοξευτές του συστήματος ανά σύνταγμα).
Εξαρχής, η πρόθεση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ), που είχαν επιλέξει το σύστημα από τα διαθέσιμα ως πλεονάζον υλικό CFE, ήταν η απόκτηση του συνόλου των εκτοξευτών του συστήματος Osa που διέθετε η πρώην Ανατολική Γερμανία για την κάλυψη της πολύ πιεστικής (τότε) απαίτησης αντιαεροπορικής κάλυψης των δυνάμεων ελιγμού.
Τα συστήματα επιθεώρησε για πρώτη φορά επιτροπή του ΓΕΣ τον Μάιο του 1991. Λίγους μήνες αργότερα το καλοκαίρι το 1991, στη Ρόδο κατά τη διάρκεια της ετήσιας, υπουργικού επιπέδου, ελληνο-γερμανικής σύσκεψης για την αμυντική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, κοινοποιήθηκε επίσημα η πρόθεση της ελληνικής πλευράς για την απόκτηση του συνόλου των συστημάτων και εξασφαλίστηκε η σύμφωνη γνώμη της γερμανικής κυβέρνησης.
Όταν όμως τον Φεβρουάριο του 1992 η αρμόδια επιτροπή του ΓΕΣ επισκέφθηκε την πρώην Ανατολική Γερμανία, διαπίστωσε με έκπληξη και οργή ότι παρά την πολιτική συμφωνία Ελλάδας – Γερμανίας όλοι οι εκτοξευτές του 7ου Συντάγματος Αντιαεροπορικού Πυραυλικού Πυροβολικού που έδρευε στη Λειψία είχαν ήδη παραχωρηθεί με απόφαση της τότε γερμανικής κυβέρνησης στην Κροατία και τη Σλοβενία (είχε ήδη αρχίσει η οδυνηρή διαδικασία διάλυσης της τότε Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας). Ας σημειωθεί εδώ ότι τα συστήματα του εν λόγω συντάγματος ήταν σε άριστη κατάσταση.
Επίσης, διαπιστώθηκε ότι από τους 20 συνολικά εκτοξευτές του 7ου Συντάγματος Αντιαεροπορικού Πυραυλικού Πυροβολικού που έδρευε στο Schwerin, οι οκτώ πάλι με απόφαση της τότε γερμανικής κυβέρνησης είχαν παραχωρηθεί στη Σλοβενία. Η ελληνική επιτροπή ανακάλυψε επίσης ότι ακόμη και το μοναδικό σύστημα που χρησιμοποιούνταν για εκπαίδευση παραχωρήθηκε από τη Γερμανία στις ΗΠΑ (συγκεκριμένα στη Σχολή Αντιαεροπορικού Πυροβολικού που τότε έδρευε στο Fort Bliss του Τέξας) για επιχειρησιακή αξιολόγηση και ανάλυση.
Όπως είναι αυτονόητο, η επιτροπή του ΓΕΣ επιθεώρησε τους 12 εναπομείναντες εκτοξευτές, που ήταν τελικά αυτοί που εισήχθησαν σε υπηρεσία το 1993.
Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας ότι σκοπίμως επιλέχθηκε η προμήθεια μόνο 12 συστημάτων ή ότι το ΓΕΣ διάκειντο αρνητικά στην επιλογή του συγκεκριμένου συστήματος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και τα ακριβή περιστατικά.
Στη συνέχεια, το 1998 παραλήφθηκαν και εντάχθηκαν σε υπηρεσία στις 20 Οκτωβρίου 1998 στην 183 ΜΚ/Β-Osa επιπλέον 16 συστήματα του τύπου που η προμήθεια τους έγινε από τη Ρωσία (αντισυμβαλλόμενος ήταν η ρωσική κρατική εταιρία Rosvoorouzhenie, που μπορεί να θεωρηθεί πρόγονος της σημερινής Rosoboronexport) στο πλαίσιο σύμβασης ύψους 33 δις δραχμών (94.183.770 ευρώ).
Η σύμβαση περιελάμβανε επίσης την προμήθεια επιπλέον τεσσάρων συστημάτων ως δικαίωμα προαίρεσης και τον εκσυγχρονισμό των αρχικών 12 συστημάτων (στο επίπεδο Osa-AKM). Περί τα τέλη Ιουλίου 1999 παρελήφθησαν τα τέσσερα συστήματα του δικαιώματος προαίρεσης προερχόμενα από τα αποθέματα του Στρατού της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Μάλιστα στις 10 Ιουλίου 1999 εκτέλεσαν με επιτυχία δοκιμαστική βολή στο Πεδίο Βολής Κρήτης (ΠΒΚ).
Σε ότι αφορά τον εκσυγχρονισμό των 12 αρχικών συστημάτων (που υλοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις της 183 ΜΚ/Β-Osa), αυτός αφορούσε την αναβάθμιση των βλημάτων, την αντικατάσταση των αρχικών Κέντρων Διεύθυνσης Πυρός (ΚΔΠ) BTR-60PU-12M που ήταν αναλογικά και παλαιάς τεχνολογίας με 12 νέας, ψηφιακής τεχνολογίας BTR-80PU-12M6 και την εγκατάσταση συστημάτων αναγνώρισης φίλου ή εχθρού (IFF) στα ραντάρ P-19 και Casta-2E1 των πυροβολαρχιών Osa.
Τέλος, στο πλαίσιο των αντισταθμιστικών ωφελημάτων της προμήθειας των TOR-M1 αποκτήθηκαν επιπλέον επτά συστήματα Osa (συνολικά ο Ελληνικός Στρατός επιχειρεί 39 συστήματα του τύπου). ΠΗΓΗ DEFENCE POINT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου