Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019

Το οπλοστάσιο του ιταλικού νεοφασισμού

Ένα εντυπωσιακό, σε ποσότητα και ποιότητα, οπλοστάσιο, το οποίο περιελάμβανε μέχρι και έναν πύραυλο αέρος - αέρος, καθώς και μια εξίσου μεγάλη συλλογή ναζιστικών «ενθυμίων» ανακάλυψε η ιταλική αστυνομία σε «φωλιά» νεοναζί στο Τορίνο.
Μεταξύ άλλων βρέθηκαν 26 σύγχρονα όπλα μάχης, 20 ξιφολόγχες, 306 περιφερειακά όπλων, όπως σιγαστήρες και τηλεσκοπικά σκόπευτρα και πάνω από 800 σφαίρες διαφόρων διαστάσεων. Τα όπλα προέρχονται κυρίως από την Αυστρία, τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της αστυνομίας του Τορίνο, πρόκειται για μια σημαντική ανακάλυψη, με πολύ λίγα προηγούμενα στην Ιταλία.

Γαλλικός πύραυλος... μέσω Κατάρ

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι μεταξύ των κατασχεθέντων, περιλαμβάνεται καιένας πύραυλος αέρος - αέρος, ο οποίος χρησιμοποιείται από τον στρατό του Κατάρ. Πρόκειται για έναν πύραυλο Matra, γαλλικής κατασκευής, μήκους 3,54 μέτρων και βάρους 245 κιλών. Δεν έφερε γόμωση, αλλά, σύμφωνα με την αστυνομία, ένας ειδικός θα μπορούσε να τον αναγομώσει και να τον θέσει σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία.

Ο Matra Super 530 F είναι η εκσυγχρονισμένη εκδοχή του πυραύλου R530 του 1980. Έχει ακτίνα 25 χιλιομέτρων και γέμιση 30 κιλών. Το Γαλλικό Πρακτορείο επικαλείται ανώνυμη πηγή, εξειδικευμένη σε αυτού του είδους τα όπλα, η οποία σημειώνει πως είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για τον χρήστη να μετατραπεί αυτός ο πύραυλος σε εδάφους - αέρος, εκτός αν υπάρχουν ειδικοί μηχανικοί και ο κατάλληλος εξοπλισμός.



Η ίδια πηγή εκτίμησε ότι, λόγω της ηλικίας του, είναι «εξαιρετικά απίθανο να μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αλλά η χρήση του μπορεί να αλλάξει».

Οι ιταλικές αρχές συνέλαβαν τρία άτομα, μεταξύ των οποίων είναι και ο Φάμπιο Ντελ Μπερτζόλο, 50 ετών, πρώην υποψήφιος με τη νεοφασιστική «Φόρτσα Νουόβα». Σύμφωνα με την αστυνομία, ο Μπερτζόλο προσπαθούσε να πουλήσει τον πύραυλο έναντι 470.000 ευρώ.

Συνελήφθησαν επίσης ένας 42χρονος Ελβετός και άλλος ένας Ιταλός, ηλικίας 51 ετών.

Όλοι τους κατηγορούνται, μεταξύ άλλων και για την κατοχή και εμπορία του πυραύλου, ο οποίος βρέθηκε από την αστυνομία σε αποθήκη κοντά στο μικρό αεροδρόμιο Rivanazzano Terme στην επαρχία Πάβια.

«’Εχουμε κάποιες ιδέες για το τι θα μπορούσαν να κάνουν με το κατασχεθέν υλικό, όμως προς το παρόν δεν μας επιτρέπεται να κάνουμε υποθέσεις», είπε στους δημοσιογράφους ο αστυνομικός διευθυντής του Τορίνου, Τζουζέπε Ντε Ματέις.

«Προς το παρόν, κανένα στοιχείο δεν μας οδηγεί (στο συμπέρασμα) ότι έκαναν ανατρεπτικά σχέδια», πρόσθεσε ο Εουτζένιο Σπίνα, υψηλόβαθμο στέλεχος της αντιτρομοκρατικής.

Νεοναζιστική προπαγάνδα

Η αστυνομία βρέθηκε στα ίχνη του Μπερτζόλο όταν αυτός θέλησε να πουλήσει τον πύραυλο μέσω της υπηρεσίας ανταλλαγής μηνυμάτων Whatsapp.

Ακολούθησε έρευνα στο σπίτι του, όπου αποκαλύφθηκε μια τεράστια κρύπτη όπλων, καθώς και νεοναζιστική προπαγάνδα, πινακίδες δρόμων από την ναζιστική εποχή - ανάμεσά τους και ένας κατάλογος με όλους τους δρόμους και τις πλατείες που είχαν το όνομα του Χίτλερ - και άλλα ανάλογα «αναμνηστικά».

Οι αστυνομικοί ανακάλυψαν μέχρι και ένα πιλοτήριο στρατιωτικού αεροπλάνου.

Η «Φόρτσα Νουόβα» προχώρησε σε μια ανακοίνωση επιχειρώντας να αποστασιοποιηθεί από τον Μπερτζόλο.

Ο, κατά τα άλλα λαλίστατος, Ιταλός υπουργός Εσωτερικών και αρχηγός της ακροδεξιάς Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, ήταν αξιοσημείωτα σιωπηλός για τα ευρήματα της επιδρομής, ενώ, αντίθετα, το Δημοκρατικό Κόμμα κάλεσε την κυβέρνηση να κάνει περισσότερα για να αντιμετωπίσει τους δεξιούς εξτρεμιστές.

«Η ακροδεξιά σε αυτή τη χώρα εμπορεύεται όπλα, ακόμη και πυραύλους. Είναι ένα απίστευτο, πολύ σοβαρό συμβάν», δήλωσε ο πρώην επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος, Μαουρίτζιο Μαρτίνα.

Το υπόβαθρο

Η αστυνομία έκανε πολλές έρευνες τις τελευταίες εβδομάδες σε ακροδεξιούς κύκλους στην περιοχή του Τορίνο. Στις 9 Ιουλίου, στην τελευταία από αυτές, συνελήφθη ο Φάμπιο Κάρλο Ντ' Αλία, με την κατηγορία της απολογίας του φασισμού και της κατοχής παράνομων όπλων και πυρομαχικών.

Οι έρευνες αυτές εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κινητοποίησης των αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών πολλών ευρωπαϊκών χωρών με επίκεντρο την ακροδεξιά τρομοκρατία, η οποία ματοκυλά την Ευρώπη δεκαετίες πριν την εμφάνιση των τζιχαντιστών βομβιστών αυτοκτονίας.

Η κινητοποίηση αυτή εντάθηκε μετά το μακελειό από την ρατσιστική επίθεση στα δύο τεμένη στην Νέα Ζηλανδία τον περασμένο Μάρτιο, δεδομένου ότι ο ακροδεξιός Αυστραλός δράστης «εμπνεόταν» από εξελίξεις και γεγονότα στην Ευρώπη - π.χ. από την εκλογική ήττα του «Εθνικού Μετώπου» της Λεπέν που φέρεται να τον «εξόργισε», από τις συγκρούσεις στα Βαλκάνια και από ανάλογες ρατσιστικές επιθέσεις όπως του ακροδεξιού Νορβηγού Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ που σφαγίασε 77 ανθρώπους στο Όσλο και το νησάκι Ουτόγια το 2011 - ενώ είχε περάσει από διάφορες ευρωπαϊές χώρες, ανάμεσά τους η Κροατία και η Ελλάδα, με τις αρχές να εξετάζουν ακόμη την πιθανή σύνδεσή του με φασιστικές οργανώσεις στην Ευρώπη.

Ειδικά η Ιταλία δεν έπαψε να υποφέρει από τις σύγχρονες εκδοχές του εγχώριου φασισμού και του ναζισμού, οι οποίες εξακολουθούν να διατηρούν τάγματα εφόδου, κυρίως υπό την κάλυψη του «οπαδικού» κινήματος στο ποδόσφαιρο. Όπως σημείωνε ο Guardian χαρακτηριστικά τον περασμένο Δεκέμβριο - με αφορμή το ρατσιστικό γιουχάισμα του μαύρου αμυντικού της Νάπολι, Καλιντού Κουλιμπαλί και το θάνατο ενός νεοναζί, μέλος της ναζιστικής συμμορίας «Αίμα και Τιμή», κατά τη διάρκεια «ραντεβού θανάτου» μεταξύ «ultras» - αν και καμία χώρα δεν είναι απαλλαγμένη από τον ρατσισμό, ωστόσο, στην Ιταλία, το πρόβλημα είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένου σχεδιασμού των ακροδεξιών εξτρεμιστικών ομάδων.

Τα περιστατικά δεν είναι μεμονωμένα. Οι ultras της Λάτσιο προβοκάρουν συνεχώς τους αντίπαλους οπαδούς, κυρίως της Ρόμα, με αυτοκόλλητα της Άννας Φρανκ. Η μετατροπή της λέξης «Εβραίος» σε χλευασμό από τα φασιστικά συνθήματα στις κερκίδες, η χρήση φασιστικών και ναζιστικών συμβόλων, κέλτικων σταυρών, αετών της Βέρμαχτ και ναζιστικών χαιρετισμών, είναι η νοσηρή «κανονικότητα» των ιταλικών γηπέδων.

Η μετατροπή των φανατικών οπαδών σε νεοφασιστικές συμμορίες ή, αλλιώς, η χειραγώγησή τους από την εξτρεμιστική ακροδεξιά, έχει τις απαρχές της, για την Ιταλία, στα τέλη της 10ετίας του ’60 και την 10ετία του ’70, περίοδο γνωστή και ως «μολυβένια χρόνια», όταν οι ένοπλες φασιστικές συμμορίες επιδίδονταν σε «τυφλές» βομβιστικές επιθέσεις με πολλά θύματα και η ιταλική εκδοχή του δυτικοευρωπαϊκού αριστερού αντάρτικου πόλεων βρισκόταν στην ακμή της, κυρίως μέσα από τη δράση των «Ερυθρών Ταξιαρχιών».

Από τις αιματηρότερες επιθέσεις της ιταλικής ακροδεξιάς ήταν η βομβιστική επίθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια στις 2 Αυγούστου του 1980. Από τα συντρίμμια του κτιρίου ανασύρθηκαν 86 διαμελισμένα πτώματα και περισσότεροι από 200 τραυματίες. Η τρομοκρατική επίθεση έμεινε γνωστή ως η «Σφαγή της Μπολόνια» και ήταν η μεγαλύτερη τραγωδία στη μεταπολεμική Ιταλία.


Την ευθύνη της βομβιστικής επίθεσης ανέλαβε η νεοφασιστική τρομοκρατική οργάνωση «Επαναστατικοί Ένοπλοι Πυρήνες», με ανώνυμα τηλεφωνήματα της στην εφημερίδα Ρεπούμπλικα και στο ιταλικό πρακτορείο.

Η οργάνωση αυτή έγινε για πρώτη φορά γνωστή με την έκρηξη βόμβας στα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Ρώμη κατά την οποία τραυματίστηκαν 22 άτομα. Το 1979 ανατίναξε την κύρια είσοδο του ιστορικού δημαρχείου της Ρώμης. Ακολούθησαν τέσσερις δολοφονίες, μεταξύ αυτών και του δικαστή που είχε αναλάβει τη διερεύνηση της νεοφασιστικής τρομοκρατίας.

Ακόμη μία γνωστή επίθεση της ιταλικής ακροδεξιάς ήταν η βόμβα σε αντιφασιστική πορεία στη Μπρέσια της Ιταλίας στις 28 Μαΐου του 1974, η οποία είχε στοιχίσει τη ζωή σε οκτώ ανθρώπους και είχε τραυματίσει άλλους 102. Ο ένας από τους δύο αυτουργούς της επίθεσης, ο Μαουρίτσιο Τραμόντε, συνελήφθη το 2017 στη Φατίμα, στην κεντρική Πορτογαλία, μία ημέρα μετά την επικύρωση από το ιταλικό ανώτατο δικαστήριο της καταδίκης του σε ισόβια κάθειρξη. Στον Τραμόντε είχε επιβληθεί τον Ιούλιο του 2015 η μέγιστη ποινή από το εφετείο του Μιλάνου, όπως και στον Κάρλο Μάτζι, πρώην μέλος της ιταλικής ακροδεξιάς οργάνωσης «Νέα τάξη» (Ordine nuovo). Όμως οι δύο δράστες παρέμειναν ελεύθεροι εν αναμονή της οριστικής απόφασης της ιταλικής δικαιοσύνης.

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον με την επίθεση αυτή, είναι η αποκάλυψη των υπόγειων «γραμμών» των ιταλικών κρατικών μυστικών υπηρεσιών της εποχής, με τα νεοφασιστικά μορφώματα. Ο Τρεμόντε είχε στρατολογηθεί από τις ιταλικές μυστικές υπηρεσίες στην Πάδοβα και είχε εγγραφεί στα μυστικά κονδύλια των πληροφοριοδοτών τους ως συνεργάτης με την κωδική ονομασία «πηγή Τρίτων».

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 οι κάποτε «απολίτικοι» φανατικοί οπαδοί, είχαν εξελιχθεί σε εγκληματικές συμμορίες με νεοφασιστική ιδεολογία. Οι «ultras» της Βερόνα, της Λάτσιο και της Ίντερ άνοιξαν τον δρόμο, αλλά σύντομα όλες οι οπαδικές ενώσεις των μεγάλων ιταλικών συλλόγων κυριαρχούνταν από την εξτρεμιστική ακροδεξιά.

Το αποτέλεσμα: Μόνο το 2017 καταγράφηκαν 557 βίαια επεισόδια που είχαν σχέση με τη δράση των «ultras», κυρίως στο χώρο του ποδοσφαίρου.

Η «αποκατάσταση»

Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η υποχώρηση του εργατικού κινήματος οδήγησε και σε μια λανθάνουσα, αρχικά, «αποκατάσταση» του φασισμού. Από τον Μπερλουσκόνι μέχρι τον Σαλβίνι, μια σειρά Ιταλοί πολιτικοί μίλησαν με θαυμασμό για τον Μουσολίνι, με μίσος για το ιταλικό παρτιζάνικο κίνημα την περίοδο του πολέμου και για τους πρόσφυγες και μετανάστες σήμερα. Ο πρώην επικεφαλής της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, Κάρλο Ταβέτσιο παραπονέθηκε ότι το ιταλικό πρωτάθλημα κατακλύστηκε από παίχτες «που τρώνε μπανάνες», τα μνημεία του Ολοκαυτώματος βανδαλίστηκαν, γερουσιαστής της Λέγκας είχε χαρακτηρίσει «ουρακοτάγκο» την μαύρη Ιταλίδα υπουργό αρμόδια για την ενσωμάτωση των μεταναστών Σεσίλ Κιέντζε κ.ά.

Αυτή η «αποκατάσταση» δημιούργησε τις συνθήκες για να ευδοκιμήσει η μισαλλοδοξία και να δώσει νέα ανάσα στο νεοφασισμό. Το αποτέλεσμα είναι ότι κάθε μαύρος ποδοσφαιριστής που παίζει στην Ιταλία διαμαρτύρεται όλο και συχνότερα ότι είναι θύμα ρατσισμού.

Συνεπώς, η υπόθεση της νεοναζιστικής γιάφκας στο Τορίνο, μάλλον αποτελεί την κορυφή ενός «παγόβουνου», που ακόμη το πολιτικό σύστημα στην Ιταλία δεν είναι σε θέση - ή δεν θέλει; - να διαλύσει.

Άλλωστε, στο ποδόσφαιρο δρα και η Μαφία, με τα όρια του οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος με το νεοφασιστικό, να «μπερδεύονται» επικίνδυνα. Η Μαφία χρησιμοποιεί επίσης τους οργανωμένους οπαδούς ως ένα από τα «εργαλεία» του δικτύου διαφθοράς που έχει στήσει στο ιταλικό πρωτάθλημα, αφού, γι΄ αυτήν, οι ομάδες δεν είναι παρά το μέσο για να μπουν σε μια ιδιαίτερα κερδοφόρα αγορά, από την οποία προκύπτουν και άλλες «επιχειρηματικές» ευκαιρίες για τις «φαμίλιες».

Η πείρα έχει αποδείξει λοιπόν, ότι τέτοιου είδους κατασταλτικές επιχειρήσεις, όπως αυτή στο Τορίνο, όσο απαραίτητες ή εντυπωσιακές και αν είναι, παραπέμπουν περισσότερο σε μια κατάσταση Λερναίας ‘Υδρας. Το «τέρας» θα σκοτωθεί τελειωτικά μόνο με πολιτική βούληση που θα εκφραστεί σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και του κράτους. Όσο οι φασιστικές συμμορίες είναι απαραίτητες για ένα βασικό μέρος του οικονομικού και πολιτικού συστήματος, η μόνη γραμμή άμυνας και αντεπίθεσης παραμένει το αντιφασιστικό και το εργατικό κίνημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου